Το ΚΚΕ εκφράζει τη συμπαράστασή του στους κατοίκους των περιοχών που πλήττονται από τις πυρκαγιές, στο προσωπικό της πυροσβεστικής και των άλλων δημόσιων υπηρεσιών που δίνουν μια ηρωική μάχη σε δύσκολες συνθήκες.

Καλούμε τα μέλη και τους φίλους του Κόμματος, να συνεχίσουν μαζί με το λαό να πρωτοστατούν για τη βοήθεια και την αλληλεγγύη σε όσους έχουν ανάγκη, για την οργάνωση της διεκδίκησης των αναγκαίων μέσων και υποδομών αντιπυρικής προστασίας και στήριξης των πληγέντων. Τους καλούμε επίσης σε όλες τις περιοχές της χώρας να είναι σε ετοιμότητα και επαγρύπνηση.

Για μία ακόμη φορά ζούμε τις τραγικές και οδυνηρές συνέπειες από την εγκληματική ανυπαρξία ολοκληρωμένου σχεδίου αντιπυρικής προστασίας με επίκεντρο την πρόληψη. Οι ανυπολόγιστες καταστροφές σε όλη τη χώρα έρχονται να προστεθούν στις αμέτρητες καταστροφικές συνέπειες που βιώνει ο λαός, ύστερα από πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς.

Η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ είναι μία ακόμη αυτουργός σε αυτό το διαρκές και κατά συρροή έγκλημα σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος, της λαϊκής περιουσίας κι απειλής της ανθρώπινης ζωής, που βαραίνει διαχρονικά όλες τις κυβερνήσεις ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ.

Τα “ακραία καιρικά φαινόμενα” και η “κλιματική αλλαγή” αξιοποιούνται ως εύκολες δικαιολογίες και βολικό “καταφύγιο”, για να κρυφτούν οι διαχρονικές ελλείψεις, η υποστελέχωση και η υποχρηματοδότηση υπηρεσιών, η ανεπάρκεια σε μέσα κι υποδομές, η απουσία μέτρων πρόληψης. Ειδικά, όσον αφορά τη Βαρυμπόμπη επρόκειτο για μια φωτιά λίγα μόλις μέτρα από τον αστικό ιστό της πρωτεύουσας, με ήπιους ανέμους και σε μία μορφολογικά προσβάσιμη περιοχή. Οι δηλώσεις του πρωθυπουργού, ότι “ευτυχώς δεν χάθηκαν ανθρώπινες ζωές”, δείχνουν τα όρια της αντιλαϊκής πολιτικής που στον 21ο αιώνα, παρά τις τεράστιες δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνολογίας, καταστρέφει το περιβάλλον και θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή.

Για μία ακόμη φορά επιβεβαιώνεται ότι η αντιπυρική προστασία δεν είναι μόνο η κατάσβεση, αλλά κυρίως η πρόληψη στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης διαχείρισης και προστασίας των δασών, με τις απαραίτητες αντιπυρικές ζώνες, τους καθαρισμούς, τις υποδομές κλπ, που τελικά θυσιάζονται στο βωμό της λογικής “κόστους – οφέλους” που διέπει και τον τομέα της αντιπυρικής προστασίας. Η διαχρονική στρατηγική που δίνει βάρος στην καταστολή και όχι στην πρόληψη, που διέσπασε οργανικά και επιχειρησιακά αυτούς τους δύο τομείς, απέτυχε παταγωδώς.

Επιβεβαιώνεται, επίσης, ότι η εμπορευματοποίηση της γης και ο χωροταξικός σχεδιασμός, που έχει ως κριτήριο το κέρδος, οδηγώντας σε “μεικτές ζώνες” -οικιστικές και δασικές- λειτουργούν σαν εύφλεκτη ύλη και τις συνέπειες τις πληρώνουν οι ίδιοι οι κάτοικοι.

Όλα τα παραπάνω ευθύνονται, ειδικά για την εξέλιξη της φωτιάς στη Βαρυμπόμπη. Πρόκειται για μια περιοχή δίπλα σε πυκνό και εύφλεκτο δάσος, όπου δεν είχαν γίνει οι αναγκαίες παρεμβάσεις, μία περιοχή, όπου συγκεντρώνονται βασικές υποδομές της πρωτεύουσας (δίκτυα ηλεκτροδότησης, υδροδότησης κλπ), εκτεθειμένες και κακοσυντηρημένες που λειτουργούν σαν “βόμβες”, μία περιοχή που γειτνιάζει ακόμη και με βιομηχανική ζώνη και που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανυπολόγιστες συνέπειες.

Εδώ και τώρα η κυβέρνηση οφείλει να πάρει όλα τα αναγκαία μέτρα, ώστε:

1. Να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες υποδομές και τα μέσα – έστω και τώρα - για να μην επαναληφθούν παρόμοια φαινόμενα, καθώς βρισκόμαστε στο μέσο της αντιπυρικής περιόδου.

2. Να υπάρξει άμεσα καταγραφή των ζημιών και ολική αποζημίωση των περιουσιών των λαϊκών οικογενειών.

3. Να υπάρξουν άμεσα μέτρα στήριξης των τοπικών δομών Υγείας με προσωπικό και μέσα για όσους έχουν ανάγκη.

4. Να υπάρξουν άμεσα μέτρα ασφαλούς στέγασης, καθαριότητας και υγιεινής, ένδυσης και σίτισης των πυρόπληκτων οικογενειών.

5. Να υπάρξει η άμεση αποκατάσταση της ύδρευσης και της ηλεκτροδότησης στις περιοχές που επλήγησαν.

Ο σχεδιασμός και τα μέτρα αντιπυρικής, αντιπλημμυρικής, αντισεισμικής προστασίας δεν είναι πολυτέλεια. Αφορούν την ανθρώπινη ζωή, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, τις λαϊκές ανάγκες, όμως δεν υλοποιούνται γιατί -για τους καπιταλιστές και το αστικό κράτος- αποτελούν κόστος, χωρίς προσδοκώμενα κέρδη. Είναι η ίδια πολιτική που τσακίζει το σύνολο των εργατικών-λαϊκών δικαιωμάτων. Γι’ αυτό κι απαιτείται η διεκδίκηση ενός ριζικά διαφορετικού δρόμου ανάπτυξης που δεν θα υπηρετεί το κέρδος, αλλά τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.