*Του Μάκη Μαΐλη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνου του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη 10-11/2/2018
Στις 5 - 15 Φλεβάρη 1968, πραγματοποιήθηκε στη Βουδαπέστη η 12η Πλατιά Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ.
Στη 12η Ολομέλεια συμμετείχαν 20 τακτικά μέλη της ΚΕ, 14 αναπληρωματικά και 3 μέλη της Κεντρικής Εξελεγκτικής Επιτροπής. Απουσίαζαν 23 τακτικά, 14 αναπληρωματικά και 3 μέλη της Εξελεγκτικής Επιτροπής, που βρίσκονταν στη φυλακή, στην εξορία και άλλοι στην παρανομία. Επίσης, πήραν μέρος ως προσκαλεσμένοι 41 στελέχη του ΚΚΕ που προέρχονταν από τις κομματικές δυνάμεις που δρούσαν σε σοσιαλιστικές και σε καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης.
Τα θέματα της Ολομέλειας ήταν δύο: α) Η κατάσταση στην Ελλάδα και τα καθήκοντα του Κόμματος, με εισηγητή τον Κώστα Κολιγιάννη, Α' Γραμματέα της ΚΕ. β) Οργανωτικά ζητήματα, με εισηγητή τον Λεωνίδα Στρίγκο, μέλος του ΠΓ.
Στη 12η Ολομέλεια το ΚΚΕ διασπάστηκε, αν και όταν αυτή συνήλθε, το Κόμμα επί της ουσίας ήταν διασπασμένο, αρχίζοντας από την ΚΕ και το Πολιτικό της Γραφείο. Στη 12η Ολομέλεια η ήδη υπάρχουσα διάσπαση απλώς καταγράφηκε και τυπικά, ενώ πήρε δραματικό χαρακτήρα με την αποχώρηση απ' αυτήν την Ολομέλεια 7 τακτικών μελών της ΚΕ, 7 αναπληρωματικών και 3 της Κεντρικής Εξελεγκτικής Επιτροπής. Η αποχώρηση - διάσπαση συντελέστηκε στο 2ο θέμα της Ολομέλειας, όπου αποφασίστηκε η καθαίρεση 3 μελών του ΠΓ (Παρτσαλίδη - Ζωγράφου - Δημητρίου), επειδή ηγούνταν οργανωμένης φραξιονιστικής ομάδας.
Η ψηφοφορία σε αυτό το θέμα είχε ως εξής:
Από τα τακτικά μέλη της ΚΕ, ψήφισαν υπέρ της εισήγησης: Πολυχρόνης Βάης (Πετρίτης), Κώστας Γάτσος, Απόστολος Γκρόζος, Νίκος Καλούδης, Κώστας Κολιγιάννης, Μήτσος Κωτούζας, Παναγιώτης Μαυρομάτης, Γεράσιμος Στεφανάτος, Λεωνίδας Στρίγκος, Κώστας Τσολάκης, Παναγιώτης Υφαντής, Γρηγόρης Φαράκος.
Σε αυτήν την ψηφοφορία δεν συμμετείχαν, αλλά τοποθετήθηκαν αρνητικά απέχοντας τα εξής τακτικά μέλη: Μήτσος Βατουσιανός, Πάνος Δημητρίου, Βασίλης Ζάχος, Ζήσης Ζωγράφος, Σταύρος Καρράς, Μήτσος Παρτσαλίδης, Λεωνίδας Τζεφρώνης. (Ο Πέτρος Ρούσος απουσίαζε σε αυτό το θέμα λόγω ασθένειας, ενώ μερικούς μήνες αργότερα τοποθετήθηκε υπέρ των Αποφάσεων της 12ης Ολομέλειας).
Από τα αναπληρωματικά μέλη της ΚΕ, ψήφισαν υπέρ: Γιώργης Θεοδωρίδης, Στάθης Καραγιώργης, Ηλίας Καρράς, Κώστας Κηπουρός, Νίκος Κουτρούμπας, Χρήστος Νικολάου και Ευριπίδης Παπαζαχαρίου.
Επίσης απέχοντας, τοποθετήθηκαν κατά: Νίκος Ακριτίδης, Αλέγκρα Καπέτα, Νίκος Κέντρος, Θωμάς Κεφαλάς, Μιχάλης Τσάντης, Γιώργης Χουλιάρας, Χρήστος Ψύλλος.
Το ίδιο και τα 3 παρόντα μέλη της Εξελεγκτικής Επιτροπής: Πόλης Αργυρόπουλος, Μήτσος Παπαγεωργίου (Βελισσάρης), Μήτσος Παπακώστας.
Από τους 41 παρευρισκόμενους προσκαλεσμένους, που ψήφισαν συμβουλευτικά, υπέρ της εισήγησης τοποθετήθηκαν: Βασίλης Βενετσανόπουλος, Γιώργης Κυριαζής, Τάκης Μαμάτσης, Θανάσης Χατζάρας, Αντώνης Καλαμπόγιας, Γιώργης Κακουλίδης, Αλέκος Λιακόπουλος (Πορφύρης), Κώτσας Λίτσας, Γιάννης Ράφτης, Χρήστος Δριτσέλης, Απόστολος Καρατζάς, Πέτρος Μελάς, Γιάννης Παρτακιλούδης, Γιώργης Ρήτας, Χριστόφορος Σανιδάς, Βαγγέλης Τουφεξής, Θεοχάρης Γκατζόγλου, Αγγελος Λεμονίδης, Τάκης Πετκίδης, Στράτος Τσιρατζίδης, Αργύρης Αργυρόπουλος, Δανιήλ Κουτσοκώστας, Βαγγέλης Μασούρας, Γιώργης Παπαδόπουλος, Μανόλης Πυθαρούλης, Στρατής Τσαμπής, Χάρης Παταρίδης, Στάθης Φωτιάδης, Απόστολος Χατζηαντωνίου, Γιώργος Λάζος, Θράσος Σαρρής, Γιάννης Σύρος, Κώστας Βουλγαρόπουλος, Ελένη Μπιμπίκου-Αντωνιάδου.
Τάχθηκαν κατά: Βίκτωρας Αθανασιάδης, Σπύρος Πετσίνης, Θανάσης Ζγώνης, Σάββας Πιπερίδης, Γιώργης Βασιλειάδης, Μπάμπης Καλαϊτζής, Θεόδωρος Πάγκαλος.
Μετά από τη 12η Ολομέλεια, εξέφρασαν ατομικά τη θέση τους τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της ΚΕ, καθώς και της Εξελεγκτικής Επιτροπής, που δεν πήραν μέρος στη 12η Ολομέλεια.
Τοποθετήθηκαν υπέρ: Μίνα Γιάννου, Μιλτιάδης Ζαχαράτος, Λούλα Λογαρά, Κώστας Λουλές, Χρήστος Ράπτης, Λευτέρης Σεφέρης, Σωτήρης Σουκαράς, Αύρα Παρτσαλίδου, Χαρίλαος Φλωράκης.
Κατά των Αποφάσεων: Φώκος Βέττας, Μανώλης Γλέζος, Μπάμπης Δρακόπουλος, Βάσω Θανασέκου, Νίκος Καρράς, Θανάσης Καρτσούνης, Λεωνίδας Κύρκος, Ελένη Μπενά, Τάκης Μπενάς, Αντώνης Μπριλλάκης, Γιάννης Παπαδημητρίου, Πότης Παρασκευόπουλος, Βαγγέλης Σακελλάρης, Γιώργος Στεργίου.
Από τα αναπληρωματικά μέλη τοποθετήθηκαν υπέρ: Διονύσης Γεωργάτος, Δημήτρης Μανούσος, Νίκανδρος Κεπέσης, Παντελής Κιουρτσής, Ρούλα Κουκούλου, Γιώργος Τρικαλινός.
Κατά: Μήτσος Δάλλας, Καίτη Ζεύγου, Νίκος Καθαροσπόρης, Τάκης Κελτεμλίδης, Σπύρος Λιναρδάτος, Ηλίας Στάβερης, Σάββας Σταματιάδης (αργότερα τοποθετήθηκε με το ΚΚΕ), Λευτέρης Τζάκος.
Από την Εξελεγκτική Επιτροπή τοποθετήθηκαν υπέρ ο Γιώργης Παπαρήγας και ο Παναγιώτης Τιμογιαννάκης, ενώ κατά ο Νότης Καπνίσης (στη συνέχεια τοποθετήθηκε με το ΚΚΕ).
Αμέσως μετά από τη 12η Ολομέλεια, οι διαφωνούντες κατέλαβαν το ραδιοφωνικό σταθμό «Η Φωνή της Αλήθειας» και μετέδωσαν το μήνυμά τους, ενώ στις 19 Μάρτη 1968 έκλεψαν μεγάλο μέρος του Αρχείου του ΚΚΕ, που βρισκόταν στο Σιμπίου της Ρουμανίας. Νωρίτερα, πήραν τα βιβλία που υπήρχαν στο γραφείο της Επιτροπής Διαφώτισης. Το κλεμμένο Αρχείο μεταφέρθηκε στη Γιουγκοσλαβία και αργότερα στην Ελλάδα, ενώ στη συνέχεια δόθηκε στα ΑΣΚΙ, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Μετά από ένα διάστημα, οι αποχωρήσαντες πρωτοστάτησαν στη συγκρότηση νέου κόμματος, με το όνομα «ΚΚΕ εσωτερικού», ενώ ονόμασαν το ΚΚΕ προβοκατόρικα «ΚΚΕ εξωτερικού», δηλαδή έξωθεν υποκινούμενο.
Το υπόβαθρο
Για να κατανοηθούν οι παραπάνω εξελίξεις, είναι αναγκαία η αναδρομή στα χρόνια που προηγήθηκαν από το τέλος του εμφυλίου πολέμου μέχρι τη 12η Ολομέλεια, σε συνάρτηση με πολύ σοβαρές εξελίξεις που διαδραματίστηκαν στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα την ίδια περίοδο.
Αρχικά πρέπει να σημειωθεί ότι η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη στο ΚΚΕ ήταν έντονη πριν από το τέλος του ένδοξου αγώνα του ΔΣΕ, πολύ περισσότερο αμέσως μετά από αυτόν. Στελέχη του, που ήταν αντίθετα με την επιλογή του ένοπλου αγώνα, έχοντας και τη στήριξη ηγετικών δυνάμεων του ΚΚΣΕ, έβαλλαν κατά της πολιτικής του Κόμματος. Οι διαφωνίες, πέρα από την καταδίκη επί της ουσίας του αγώνα του ΔΣΕ, αφορούσαν την τοποθέτηση του Ν. Ζαχαριάδη (1949) ότι το αστικοδημοκρατικό στάδιο της επανάστασης ήταν ξεπερασμένο, όπως και στρατηγικές επεξεργασίες (Σχέδιο Προγράμματος του ΚΚΕ - 1953). Αυτές οι επεξεργασίες, παρά τις αντιφάσεις που περιέκλειαν (για παράδειγμα τις συνεργασίες με αστικά κόμματα), αποτελούσαν βήμα προς τα μπρος σε σχέση με το παρελθόν, γιατί προσδιόριζαν ως σοσιαλιστική την αναγκαία επανάσταση στην Ελλάδα. Ακόμα, ο Ν. Ζαχαριάδης παρέμενε αταλάντευτα στην ανάγκη να ανασυγκροτηθούν οι παράνομες Κομματικές Οργανώσεις. Η αποστολή για παράδειγμα του Νίκου Μπελογιάννη στην Ελλάδα αποσκοπούσε στην υλοποίηση αυτού του αντικειμενικού καθήκοντος.
Ωστόσο, κομβικό σημείο για την πορεία του ΚΚΕ και γενικά του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος ήταν το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956), που συνιστούσε δεξιά οπορτουνιστική στροφή διεθνούς εμβέλειας. Στο 20ό Συνέδριο υπερίσχυσε η τάση η οποία θεωρούσε ότι η ταξική πάλη στο σοσιαλισμό είχε αμβλυνθεί έως και ξεπεραστεί. Αυτή η θέση εξέφραζε κοινωνικές δυνάμεις της Σοβιετικής Ενωσης που αντιδρούσαν στην επέκταση και εμβάθυνση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής (κολχόζνικοι αγρότες, διευθυντικά στελέχη στη βιομηχανία και στην αγροτική οικονομία, τμήμα της σοβιετικής διανόησης κ.ά.) και με τον έναν ή άλλο τρόπο τάσσονταν υπέρ της ισχυροποίησης των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων και της αποδυνάμωσης του κεντρικού σχεδιασμού. Επίσης το 20ό Συνέδριο γενίκευσε την πολιτική της «ειρηνικής συνύπαρξης» καπιταλισμού - σοσιαλισμού, που καλλιεργούσε ουτοπικές αντιλήψεις για τη δυνατότητα μακρόχρονης ειρηνικής συμβίωσης των δυο αντίθετων κοινωνικοοικονομικών συστημάτων. Ακόμα, πρόταξε τη θέση για τη δυνατότητα «κοινοβουλευτικού περάσματος στο σοσιαλισμό», γεγονός που σήμαινε ότι παραγνωρίζονταν οι νομοτέλειες της ταξικής πάλης.
Αμέσως μετά το 20ό Συνέδριο συνήλθε η 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, μετά από παρέμβαση 6 ΚΚ (Σοβιετικής Ενωσης, Πολωνίας, Ρουμανίας, Ουγγαρίας, Βουλγαρίας, Τσεχοσλοβακίας), καθώς και η 7η Ολομέλεια που την ακολούθησε (1957). Στην πρώτη ο Ν. Ζαχαριάδης καθαιρέθηκε από Γραμματέας της ΚΕ, ενώ ένα χρόνο αργότερα η 7η Ολομέλεια τον διέγραψε από μέλος του Κόμματος. Η διαγραφή συνοδεύτηκε με απόφαση να διερευνηθεί ολόκληρη η ζωή του Ζαχαριάδη, αφού στιγματίστηκε ως ύποπτος για συνεργασία με τον ταξικό εχθρό. Ταυτόχρονα, η 7η Ολομέλεια έθεσε ως στρατηγικό στόχο του ΚΚΕ την Εθνική Δημοκρατική Αλλαγή, δηλαδή ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που θα πραγματοποιούνταν σε συμμαχία με τμήματα της αστικής τάξης και με αντίστοιχα κόμματα.
Οι Αποφάσεις των παραπάνω Ολομελειών επέδρασαν και στην οργανωτική συγκρότηση του ΚΚΕ. Η Α' Συνδιάσκεψη της ΕΔΑ (1956), η οποία είχε συγκροτηθεί ως συνασπισμός κομμάτων (συμμετείχε και το ΚΚΕ, όντας η βασική δύναμη της ΕΔΑ), αποφάσισε τη μετατροπή της σε ενιαίο κόμμα. Και λίγο αργότερα, η 8η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (1958) αποφάσισε τη διάλυση των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων και τη διάχυση των μελών του Κόμματος στην ΕΔΑ. Ασκούσε σημαντική επίδραση το γεγονός ότι η ΕΔΑ ήταν νόμιμη, ενώ το ΚΚΕ ήταν παράνομο. Οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες γνώρισαν έξαρση, ιδιαίτερα από το 1958, όταν η ΕΔΑ πήρε το 24,42% των ψήφων και έγινε αξιωματική αντιπολίτευση. Με τη σύμφωνη γνώμη και της ηγεσίας του ΚΚΣΕ, εγκαταλείφθηκαν οι ηρωικές προσπάθειες για την ανασυγκρότηση των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων και ακυρώθηκε η οργανωτική αυτοτέλεια του ΚΚΕ στο πλαίσιο μιας ρεφορμιστικής στρατηγικής.
Στρατηγική που δεν αντιστοιχούσε στην οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα
Οι συνθήκες στις οποίες πραγματοποιήθηκε η 12η Πλατιά Ολομέλεια, ήταν για το ΚΚΕ εξαιρετικά δύσκολες. Χιλιάδες μέλη και στελέχη του είχαν συλληφθεί από τη στρατιωτική χούντα, που επικράτησε 10 μήνες νωρίτερα (21 Απρίλη 1967), ενώ, όπως προαναφέρθηκε, το ΚΚΕ βρισκόταν δίχως Κομματικές Οργανώσεις.
Το κυριότερο ήταν ότι το ΚΚΕ είχε διαμορφώσει στρατηγική που δεν αντιστοιχούσε στην οικονομικο-κοινωνική πραγματικότητα. Το 8ο Συνέδριο του Κόμματος (1961) είχε ψηφίσει Πρόγραμμα που προέβλεπε μεταβατική εξουσία ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό. Το πρώτο στάδιο καθόριζε την επανάσταση στην Ελλάδα ως αντιιμπεριαλιστική - δημοκρατική, η οποία θα μετεξελισσόταν στην πορεία σε σοσιαλιστική (δεύτερο στάδιο). Ταυτόχρονα, έθετε ως ακόμα πιο άμεσο πολιτικό στόχο (μίνιμουμ πρόγραμμα) το σχηματισμό μιας πατριωτικής - δημοκρατικής κυβέρνησης, που θα συνέβαλλε στη συγκέντρωση δυνάμεων ώστε να πραγματοποιηθεί το πρώτο στάδιο της δημοκρατικής επανάστασης. Επρόκειτο για την πολιτική της συμμαχίας των «δημοκρατικών δυνάμεων», προκειμένου να φύγει από τη διακυβέρνηση η «δεξιά» (ΕΡΕ), που είχε ηγέτη τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Με βάση αυτήν τη γραμμή, το ΚΚΕ είχε γίνει από το 1961 ουρά της Ενωσης Κέντρου, που είχε ηγέτη τον Γεώργιο Παπανδρέου. Το ΚΚΕ επιδίωκε συμμαχία με αυτό το αστικό κόμμα, καθώς θεωρούσε δυνάμεις του εκφραστές της λεγόμενης εθνικής αστικής τάξης (πατριωτικής), την οποία διαχώριζε από την υπόλοιπη αστική τάξη, που την ονομάτιζε ξενόδουλη. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι η στρατηγική των σταδίων είχε την αφετηρία της στα χρόνια του Μεσοπολέμου και δεν αφορούσε μόνο το ΚΚΕ, αλλά το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
Επιπλέον, όταν συγκλήθηκε η 12η Ολομέλεια, βάραινε αρνητικά το γεγονός ότι η ηγεσία του ΚΚΕ δεν είχε προβλέψει το προετοιμαζόμενο από τους συνταγματάρχες πραξικόπημα και επομένως δεν είχε προσπαθήσει να πάρει τα απαιτούμενα μέτρα για να υπάρξει οργανωμένη λαϊκή αντίδραση στην επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας.
Η επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας άλλαξε μια σειρά από τα έως τότε δεδομένα, αφού:
1) Η απουσία Κομματικών Οργανώσεων του ΚΚΕ διευκόλυνε τα χτυπήματα της δικτατορίας, ενώ έκανε ακόμα πιο δύσκολη την ανασυγκρότηση του εργατικού - λαϊκού κινήματος.
2) Επαψε να είναι νόμιμη και η ΕΔΑ.
Γεγονός ιστορικής σημασίας η ρήξη με τον οπορτουνισμό
Σε αυτές τις συνθήκες, μεγάλο μέρος των στελεχών του ΚΚΕ συνειδητοποίησαν το μέγεθος του προβλήματος που είχε δημιουργηθεί από τη διάλυση των Κομματικών Οργανώσεων. Και τάχθηκαν υπέρ της συγκρότησής τους, ερχόμενοι σε σύγκρουση με άλλα στελέχη, δίχως ωστόσο να βλέπουν αυτοκριτικά τις επιλογές της 6ης και της 7ης Ολομέλειας, αλλά και την προβληματική στρατηγική του Κόμματος. Ετσι, η διαπάλη στη 12η Ολομέλεια περιστράφηκε στο θέμα των Κομματικών Οργανώσεων, αφού οι διαφωνούντες αναθεωρητές δρούσαν φραξιονιστικά υπέρ της συγκρότησης οργανώσεων της ΕΔΑ, σαμποτάροντας την κατεύθυνση της 11ης Ολομέλειας της ΚΕ (27 - 30 Ιούνη 1967), για συγκρότηση Κομματικών Οργανώσεων του ΚΚΕ. Βέβαια, ήταν ζήτημα πολιτικού υπολογισμού το γεγονός ότι μετά τη 12η Ολομέλεια η αναθεωρητική ομάδα, που έως τότε χρησιμοποιούσε ως όχημα την ΕΔΑ, συγκρότησε φορέα με κομμουνιστική ονομασία. Η ΕΔΑ τούς είχε γίνει περιττή.
Το ΚΚΕ, σε ντοκουμέντα του και ως καταστάλαγμα συλλογικών διαδικασιών, έχει επανειλημμένα εκτιμήσει ότι η 12η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ είναι ένα από τα ιστορικής σημασίας γεγονότα στην 100χρονη διαδρομή του. Θα ήταν τελείως διαφορετική η πορεία του (τότε διακυβευόταν ακόμα και η ύπαρξή του ως ΚΚ), αν δεν είχε επέλθει ρήξη των κομμουνιστικών δυνάμεων με τον αναθεωρητισμό - οπορτουνισμό. Η 12η Ολομέλεια διαδραμάτισε θετικό ρόλο, γιατί:
1) Εβαλε τις βάσεις για την ιστορική συνέχεια του ΚΚΕ, για την οργανωτική του αυτοτέλεια.
2) Εφερε στην πρώτη γραμμή την υπεράσπιση των αρχών του μαρξισμού - λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού.
3) Μέσω της ανασυγκρότησης των Κομματικών Οργανώσεων και της συγκρότησης, στη συνέχεια, της ΚΝΕ ανακόπηκε η φθίνουσα οργανωτική πορεία του ΚΚΕ και πολλοί νέοι κομμουνιστές εντάχθηκαν στο ΚΚΕ και συνέβαλαν στην άνοδο του αντιστασιακού κινήματος ενάντια στη δικτατορία των συνταγματαρχών. Εξάλλου, με τις Αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας συμπαρατάχθηκε η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτικών κρατουμένων και των πολιτικών προσφύγων και σε μια πορεία η πλειοψηφία των μελών και οπαδών της ΕΔΑ.
Πολύτιμα συμπεράσματα
Επί 50 χρόνια, η 12η Ολομέλεια παρουσιάζεται από τις οπορτουνιστικές - σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις ως κορυφαία στιγμή της σύγκρουσης «ανανεωτικών και δογματικών», όπου οι πρώτοι έφεραν έναν αέρα «κάθαρσης» του ΚΚΕ και ευρύτερα του κομμουνιστικού κινήματος, ενώ οι δεύτεροι παρέμεναν αγκυλωμένοι σε ξεπερασμένα δόγματα και πρακτικές. Μάλιστα, έφτασαν να ισχυρίζονται ότι τα σοσιαλιστικά κράτη ανατράπηκαν επειδή δεν υιοθέτησαν έγκαιρα τα «ανανεωτικά» μηνύματα του «ΚΚΕ εσωτερικού», του Ιταλικού ΚΚ, του Γαλλικού ΚΚ, του Ισπανικού ΚΚ κ.ά., όπως του Ντούμπτσεκ στην Τσεχοσλοβακία.
Συνακόλουθο είναι το κατηγορώ τους, ότι το ΚΚΕ ήταν «όργανο της Μόσχας», ενώ οι ίδιοι πάσχιζαν για ένα διεθνισμό που θα διέπεται από την αρχή της μη επέμβασης κάθε ΚΚ στα εσωτερικά του άλλου. Βέβαια, ποτέ δεν εξήγησαν πόσο συνεπείς ήταν αυτές οι διακηρύξεις με την πρακτική τους να υπεξαιρέσουν το Αρχείο του ΚΚΕ με τη συνδρομή της ρουμανικής αστυνομίας. Και φυσικά, δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα αν το ΚΚΣΕ είχε πάρει το μέρος τους το 1968, όπως ζητούσαν επιδιώκοντας συνάντηση με τη σοβιετική ηγεσία. Ακόμα, δεν είχαν κανένα πρόβλημα και το 1956 (6η Ολομέλεια), προκειμένου να ανατραπεί το λεγόμενο «ανώμαλο εσωκομματικό καθεστώς» που δήθεν είχε επιβάλει στο ΚΚΕ ο Ν. Ζαχαριάδης. Το «ανώμαλο καθεστώς» και η «προσωπολατρία» αποτέλεσαν το πρόσχημα για τη δεξιά οπορτουνιστική στροφή του Κόμματος.
Η πορεία της επιρροής του λεγόμενου «ΚΚΕ εσωτερικού» ήταν φθίνουσα, αν και απολάμβανε τη συμπάθεια των αστικών πολιτικών δυνάμεων και των τότε μέσων ενημέρωσης, λόγω της αναθεωρητικής και αντισοβιετικής του κατεύθυνσης. Ο αστικός Τύπος της εποχής, δίχως να παύει να τους αποκαλεί κάποιες φορές «βασιλοκομμουνιστές», γενικά τους περιέβαλε με το χαρακτηρισμό «ανανέωση», που και οι ίδιοι κατά κόρον χρησιμοποίησαν, παρότι τίποτα το νέο δεν έφεραν. Οι απόψεις τους ήταν αναμάσημα, με δήθεν κομμουνιστική φρασεολογία, των σοσιαλδημοκρατικών θεωριών του 19ου αιώνα. Ο «σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία», που επικαλέστηκαν, είναι ουσιαστικά αποδοχή της αστικής δημοκρατίας, δηλαδή της καπιταλιστικής εξουσίας, επομένως ψευδεπίγραφος, και σημαίνει απευθείας αποδοχή του βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος, που δεν εξανθρωπίζεται. Πραγματική ελευθερία και δημοκρατία υπάρχει για όλο το λαό, μόνο όταν η εργατική τάξη, σε συμμαχία με τα λαϊκά τμήματα των μεσαίων στρωμάτων, κατακτήσει τη δική της εξουσία και κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής, εφόσον δηλαδή καταργήσει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Επιβεβαιώθηκε διαχρονικά ότι οι φορείς του οπορτουνισμού, ακόμα και στην περίπτωση που εντοπίζουν υπαρκτά προβλήματα, δεν οδηγούνται στη διαμόρφωση πολιτικής που θα τα αντιμετωπίζει, αλλά διαμορφώνουν πολιτική που οδηγεί στην κατεδάφιση εκείνου που υποτίθεται ότι θέλουν να βελτιώσουν (κόμμα, σοσιαλιστική εξουσία).
Οι επιλογές του «ΚΚΕ εσωτερικού», καθώς και συνολικά του «ευρωκομμουνιστικού» ρεύματος, σε καμία περίπτωση δεν δικαιώνονται από τις αρνητικές εξελίξεις που ακολούθησαν την αντεπανάσταση του 1989-1991 στη Σοβιετική Ενωση και στα άλλα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι δυνάμεις που εξέθρεψαν την αντεπανάσταση, τροφοδοτήθηκαν από επιλογές που δανείζονταν συνταγές του καπιταλισμού, προκειμένου να αντιμετωπιστούν προβλήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Το επιβεβαιώνει όχι μόνο η πορεία του λεγόμενου «ΚΚΕ εσωτερικού» και των άλλων πολιτικών σχημάτων που γέννησε αυτό, αλλά και η πορεία του ΣΥΝ μετά το 1991. Ο ΣΥΝ, ως «αριστερή» αντιπολίτευση, στήριξε κρίσιμες επιλογές της αστικής τάξης της Ελλάδας, π.χ. τη συμμετοχή στην ΕΕ και στο ευρώ, συνολικά τις μεταρρυθμίσεις που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της κερδοφορίας του κεφαλαίου, ακόμα και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο κατά την επίθεση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, τον πόλεμο στο Ιράκ κ.ά.
Η ιδεολογική χρεοκοπία του «ΚΚΕ εσωτερικού» δεν ανέκοψε την επιδίωξη να επαναληφθεί το πείραμα της ΕΔΑ, με τη μετατροπή του σε Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ) και μέσα από τη δημιουργία του τότε ενιαίου Συνασπισμού. Αξιοποιώντας και τις αντεπαναστατικές ανατροπές στα κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και τη βαθιά κρίση στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, η ΕΑΡ, μαζί με στελέχη του ΚΚΕ και άλλους σοσιαλδημοκράτες, επιχείρησαν να το διαλύσουν (1989-1991). Και αυτή η προσπάθεια απέτυχε. Μαζί με άλλους ιστορικούς και πολιτικούς παράγοντες, η ρήξη στη 12η Ολομέλεια με τον οπορτουνισμό είχε συμβάλει στην καλλιέργεια κομμουνιστικών αντανακλαστικών (Κόμμα Νέου Τύπου) για τη διάσωση του χαρακτήρα του Κόμματος, την εποχή της κορύφωσης και νίκης της αντεπανάστασης.
Πιο καταφανής έγινε ο ρόλος του οπορτουνισμού, που από τη φύση του μεταλλάσσεται πολύ γρήγορα σε αστικό κόμμα (σοσιαλδημοκρατικό), όταν άρπαξε την ευκαιρία να σχηματίσει κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού. Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ, που έχει αντιγράψει το ΠΑΣΟΚ ακόμα και στην εξαγορά συνειδήσεων και έχει γοητευθεί από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και τις βάσεις τους, μπορεί να μην είναι ακριβώς «εικόνα και ομοίωση» των οπορτουνιστών του 1968, οπωσδήποτε όμως είναι η ακόμα δεξιότερη φυσική εξέλιξη των ιδεολογικών και πολιτικών επιλογών τους.
Εξάλλου, αυτή είναι η πορεία και όσων ΚΚ απέβαλαν τις κομμουνιστικές αρχές και αξίες. Η μεγαλύτερη υπηρεσία τους στο καπιταλιστικό σύστημα (βλέπε π.χ. Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) είναι ότι τσάκισαν μεγάλα εργατικά κινήματα, οδηγώντας τα στο συμβιβασμό με το κεφάλαιο και στην ενσωμάτωση, προκειμένου να υλοποιηθεί η στρατηγική του ιμπεριαλισμού.