H oμιλία του Νίκου Σοφιανού, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στην εκδήλωση του Τμήματος Κατά των Ναρκωτικών της ΚΕ του ΚΚΕ, 5/2/2020
Ως Κόμμα επιλέξαμε να πάρουμε αυτή την πρωτοβουλία συνεχίζοντας τη συζήτηση για το ζήτημα της τοξικοεξάρτησης, γιατί εκτιμάμε ότι κλιμακώνονται αρνητικές εξελίξεις με την πολίτικη της σημερινής Κυβέρνησης.
Η Κυβέρνηση της ΝΔ βρίσκει στρωμένο έδαφος από τον ΣΥΡΙΖΑ και στο ζήτημα των ναρκωτικών και έχει στέρεα πατήματα ώστε με συναίνεση να κλιμακωθεί ακόμα παραπέρα η ανοχή και ο συμβιβασμός με τα ναρκωτικά.
Ξέρουμε ότι η αντιλαϊκή πολιτική, η πολιτική υπεράσπισης της στρατηγικής του μεγάλου κεφαλαίου απαιτεί αυταρχισμό, αλλά και ενσωμάτωση τμημάτων του λαού στη στρατηγική του κεφαλαίου. Πολλές φορές το “ψάρι βαφτίζεται κρέας”, το πρόβλημα, όπως η διάδοση των ναρκωτικών, παρουσιάζεται ως φυσικό φαινόμενο και η αποδοχή του ή ο συμβιβασμός με αυτό ως αναγκαστική λύση. Ο συμβιβασμός με τα ναρκωτικά, η διάδοση τους, κυρίως στη νεολαία, είναι κοινωνική καταστολή.
Ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο και ως έκφραση του κυβερνητικού αυταρχισμού ήρθε και η παρέμβαση στο ΚΕΘΕΑ. Από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκε η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της κυβέρνησης για τον διορισμό των μελών του ΔΣ του ΚΕΘΕΑ, ως Κόμμα σταθήκαμε αντίθετοι. Σταθήκαμε αντίθετοι γιατί θεωρούμε ότι είναι μια πολιτική παρέμβαση της κυβέρνησης που στοχεύει στο χτύπημα της ίδιας της φιλοσοφίας αυτού που πρεσβεύει το ΚΕΘΕΑ, δηλαδή στη φιλοσοφία της “στεγνής θεραπείας”. Λέμε καθαρά, ότι ο διορισμός του ΔΣ του ΚΕΘΕΑ από την κυβέρνηση, είναι άμεση παρέμβαση στο χαρακτήρα και τη λειτουργία του, με στόχο να ασκεί την εκάστοτε κυβερνητική πολιτική για τα ναρκωτικά και τις εξαρτήσεις, όπως έχει γίνει όλα αυτά τα χρόνια με τον ΟΚΑΝΑ.
Η ίδια η πολιτική της ΕΕ για τα ναρκωτικά, η πολιτική που διαδοχικά έχουν ακολουθήσει στη χώρα μας οι Κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, έχουν κοινό παρανομαστή τη διαχείριση του προβλήματος, την αποστέωση του από κάθε κοινωνική αιτία, την ιατρικοποίηση του και την αναζήτηση διαχειριστικών λύσεων που δεν απαντάνε ούτε στις αιτίες του φαινομένου, αλλά ούτε στις ανάγκες των ίδιων των χρηστών και τελικά ούτε στη διαχείριση της βλάβης που προκαλεί η εξάρτηση.
Η πολιτική της ΕΕ για την τοξικοεξάρτηση μέσα από τα οχτώ διαφορετικά στρατηγικά σχέδια που έχει αλλάξει από τη συνθήκη του Μάαστριχτ μέχρι σήμερα, προσδιορίζει την τοξικομανία ως ιατρικό κυρίως πρόβλημα, γι αυτό προτάσσει και ως μοντέλο θεραπείας τα υποκατάστατα ηρωίνης, όπως η μεθαδόνη και η βουπρενορφίνη. Μάλιστα η σημερινή Κυβέρνηση ετοιμάζεται να το πάει ένα βήμα παρακάτω, με τα προγράμματα take home της ναλοξόνης, δηλαδή την εκπαίδευση του εξαρτημένου ή της οικογένειας του να λαμβάνει στο σπίτι μόνος του το υποκατάστατο. Έτσι ακόμα και τα προγράμματα αυτά της συντήρησης πλέον γίνονται σιγά σιγά ατομική υπόθεση του κάθε χρήστη και αποσπάται κάθε επαφή με δομές θεραπείας. Η ίδια η εξάρτηση εδραιώνεται ακόμα περισσότερο ως ατομική υπόθεση και αποσιωπούνται τόσο τα κοινωνικά αίτια, όσο και η ανάγκη της κοινωνικής κινητοποίησης για την επίλυση του.
Η ίδια η πολιτική της ΕΕ για τα ναρκωτικά είναι φανερό ότι προσπαθεί να συγκαλύψει την πραγματική αιτία του φαινομένου, που είναι βασικά οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες μέσα στις οποίες εμφανίζεται. Συντηρεί το φαινόμενο της τοξικομανίας αφού το αποσυνδέει από τις αιτίες που το γεννούν και το αναπαράγουν. Η εξάρτηση από ψυχοδραστικές ουσίες, είναι κοινωνικό φαινόμενο στο οποίο συνδράμουν πολλοί παράγοντες - οικογένεια, κοινωνία, κουλτούρα, οικονομική κατάσταση, πολιτιστικό περιβάλλον - παράγοντες που διαμορφώνουν την προσωπικότητα του ατόμου. Άρα μιλάμε για ένα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο είναι πολυπαραγοντικό και έχει τις ρίζες του ως προς τον τρόπο εμφάνισης και διάδοσής του, στα αδιέξοδα που γεννά αυτό εδώ, το ίδιο το σύστημα, ο καπιταλισμός στον άνθρωπο.
Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεις στον χαρακτήρα της εξάρτησης, είναι αναγκαία συνθήκη για να την αντιμετωπίσεις κιόλας. Προσεγγίζοντας την εξάρτηση με μια τάση ιατρικοποίησης, την αντιμετωπίζεις κυρίως φαρμακολογικά, όπως σήμερα με τα υποκατάστατα ηρωίνης.
Προσεγγίζοντας την εξάρτηση ως ένα δυναμικό και σε διαρκή εξέλιξη φαινόμενο, γιατί δεν είναι στατικό και αμετάβλητο το προφίλ του χρήστη, μπορείς να την αντιμετωπίσεις μέσα από τη “στεγνή θεραπευτική” προσέγγιση.
Εμείς στηρίζουμε την ενίσχυση της “στεγνής θεραπείας” κυρίως γι αυτό που στοχεύει ως θεραπευτική φιλοσοφία, την αλλαγή του ανθρώπου. Με αυτή την αφετηρία στηρίζουμε τόσα χρόνια την ίδια τη φιλοσοφία που πρεσβεύει το ΚΕΘΕΑ, το 18 ΑΝΩ, το ΑΡΓΩ στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, η μονάδα ΔΙΑΠΛΟΥΣ στο Νοσοκομείο της Κέρκυρας, αλλά και τα στεγνά προγράμματα που λειτουργεί ο ΟΚΑΝΑ.
Θέλουμε να σταθούμε σε ένα – δύο ζητήματα που τα θεωρούμε πολύ σοβαρά και τα οποία φανερώνουν και τη στρατηγική σύμπλευση όλων των άλλων κομμάτων και στο ζήτημα των ναρκωτικών.
Θεωρούμε ότι ήταν υποκριτικό το ενδιαφέρον του ΣΥΡΙΖΑ για το χτύπημα στο ΚΕΘΕΑ και τη φιλοσοφία του ως “στεγνό θεραπευτικό πρόγραμμα”, όταν η όλη πολιτική που άσκησε ως κυβέρνηση για το ζήτημα των ναρκωτικών, ουσιαστικά έστρωνε το δρόμο για να γιγαντωθεί η κοινωνική ανοχή στα ναρκωτικά και την εξάρτηση από αυτά.
Η πολιτική που άσκησε η προηγούμενη κυβέρνηση, ουσιαστικά ναρκοθέτησε ακόμα περισσότερο την Πρόληψη, αλλά και τη Θεραπεία, αφού με την κοινωνική ανοχή για τα ναρκωτικά εξοβελίζεται στον νεανικό και στο γενικό πληθυσμό το κίνητρο για θεραπεία.
Δεν υπάρχει μήπως σήμερα συμφωνία όλων των αστικών κομμάτων με τον αντιεπιστημονικό διαχωρισμό των ναρκωτικών σε “σκληρά και μαλακά”;
Λες και υπάρχουν “σκληρές και μαλακές” αιτίες που στρέφουν έναν νέο άνθρωπο στη χρήση και την εξάρτηση.
Για εμάς, ως Κόμμα, σημασία δεν έχει στη χρήση ή την εξάρτηση η χημική υπόσταση της ουσίας, αλλά οι συνέπειες σε ότι αφορά την αποξένωση του ανθρώπου από το κοινωνικό σύνολο, η αποκοινωνικοποίηση του, από τον ίδιο τον προσδιορισμό του δηλαδή, μέσα στην κοινωνία.
Δεν υπάρχει μήπως σήμερα συμφωνία όλων των αστικών κομμάτων στη νομιμοποίηση των ναρκωτικών με αιχμή την κάνναβη;
Έχουν προσδώσει στην κάνναβη διάφορες ιδιότητες, γιατί τους ενδιαφέρει η νομιμοποίηση της ψυχαγωγικής χρήσης της κάνναβης. Δηλαδή να αποδεχτούμε ως τρόπο διασκέδασης τη φυγή από την πραγματικότητα. Ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν και που στοχεύουν. Θέλουν το λαό και τη νεολαία στο περιθώριο και στη “μαστούρα” του συστήματος τους, του καπιταλιστικού. Θέλουν το νέο άνθρωπο να μην μπορεί να σηκώσει κεφάλι στα δεινά που του ετοιμάζουν. Ενδιαφέρονται μόνο για τα κέρδη από την κάνναβη και όχι για την εξάρτηση και την αύξηση της χρήσης από το νεανικό πληθυσμό.
Η βάση της συμφωνίας τους είναι στην αποδοχή της ναρκωκουλτούρας ως τρόπος ζωής. Κόπτονται όλοι για το “ατομικό δικαίωμα στη χρήση ναρκωτικών”, απομονώνοντας τις κοινωνικές αιτίες που στρέφουν έναν νέο άνθρωπο στα ναρκωτικά, αφού ήδη του έχουν καταπατήσει με την πολιτική τους, κάθε άλλο δικαίωμα στη μόρφωση, στην υγεία, στην εργασία, στον αθλητισμό, τον πολιτισμό.
Από αυτή την κοινή αφετηρία, συμφωνούν όλα τα αστικά κόμματα και στους Χώρους Εποπτευόμενης Χρήσης. Δε τους ενδιαφέρει ο χρήστης, απλά να μην ενοχλεί και να μην είναι ορατός τους νοιάζει, να μην χαλάει τη μόστρα της Αθήνας για να γίνει το κέντρο της πιο θελκτικό για τις ανάγκες του τουριστικού κεφαλαίου.
Η ίδια η αποδοχή των Χώρων Εποπτευόμενης Χρήσης που ως ζήτημα το άνοιξε η ΝΔ το 2013 και το 2018 το νομοθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ, δείχνει όχι μόνο την αντίληψή τους για τις εξαρτήσεις αλλά κυρίως πώς θέλουν τον άνθρωπο, έξω από την κοινωνική ζωή και δράση.
Με την αποδοχή του θανάτου το ΚΚΕ δε θα συμβιβαστεί. Το ΚΚΕ με τις δυνάμεις του στο κίνημα, στη Βουλή και στην Τοπική Διοίκηση θα αντιπαλέψει αυτή την αρνητική εξέλιξη.
Με την πολιτική τους διαδοχικά όλες οι κυβερνήσεις ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, έχουν ρίξει πολύ “νερό στο μύλο” ώστε και τα ναρκωτικά να αθωωθούν στην κοινωνική συνείδηση και κυρίως στους νέους ανθρώπους, αλλά και να απαξιωθεί κάθε κίνητρο για θεραπεία.
Η πολιτική που διαδοχικά έχουν ασκήσει οι κυβερνήσεις στη χώρα μας για το ζήτημα των ναρκωτικών, προτάσσοντας τη “μείωση της βλάβης” έχει αποτύχει.
Πρώτα έφεραν τα προγράμματα με υποκατάστατα ηρωίνης (μεθαδόνη και βουπρενορφίνη), μετά γενίκευσαν τα προγράμματα υποκατάστασης στα δημόσια νοσοκομεία, τώρα φέρνουν τους Χώρους Εποπτευόμενης Χρήσης και ετοιμάζονται και για προγράμματα με υποκατάστατο της ηρωίνης στο σπίτι ή από τα φαρμακεία.
Τελικά ποια είναι τα αποτελέσματα της “μείωσης της βλάβης” ως κυρίαρχη αντιναρκωτική πολιτική; Ούτε η χρήση μειώθηκε, ούτε η εξάρτηση μειώθηκε, ούτε η πρόληψη αναπτύχθηκε.
Σήμερα έχουμε τριπλασιασμό της χρήσης στις μαθητικές ηλικίες, τις νέες κοπέλες, δηλαδή τις μαθήτριες, να μπαίνουν πιο δυναμικά στη χρήση κυρίως με χρήση χαπιών, τον πειραματισμό με τα ναρκωτικά κυρίως με κάνναβη να έχει κατέβει στα 14 έτη, δηλαδή από το Γυμνάσιο.
Ακόμα απέχουμε από αυτό που συμβαίνει σε χώρες της ΕΕ και στις ΗΠΑ που έχουν νομιμοποιηθεί τα ναρκωτικά και αυξάνεται συνεχώς η χρήση τους, όπως και η εγκληματικότητα. Και απέχουμε γιατί στη χώρα μας υπάρχουν θύλακες αντίστασης στη νομιμοποίηση και στο συμβιβασμό με τα ναρκωτικά.. Δεν είναι τυχαίο ότι, ενώ στην Ελλάδα η μέση χρήση κάνναβης στο μαθητικό πληθυσμό είναι κοντά στο 9%, στο σύνολο της ΕΕ είναι κοντά στο 24% και στις ΗΠΑ στο 36%. Τέτοιο είναι το αμερικάνικο και ευρωπαϊκό μοντέλο που οραματίζονται.
Η ίδια η ζωή και η κοινωνική πείρα έχει δείξει ότι σε χώρες που νομιμοποιήθηκε η κάνναβη ή διαμορφώθηκε ανοχή στη χρήση, έχει πολλαπλασιαστεί η χρήση από πολύ μικρές ηλικίες. Η μέση χρήση σήμερα στις μαθητικές ηλικίες στην Τσεχία φθάνει στο 54%, στη Γαλλία στο 42%, στην Ισπανία στο 39%, στη Δανία στο 38%.
Εκεί οδεύει και η δική τους πολιτική και την ίδια περίοδο έρχονται και απαξιώνουν ακόμα περισσότερο στη “στεγνή θεραπεία”, όταν μάλιστα αυξάνονται στη χώρα μας τα αιτήματα για απεξάρτηση εφήβων από την κάνναβη.
Όπως είπα και πριν, συνολικά τις εξαρτήσεις, δεν πρέπει να τις βλέπεις στατικά, αλλά ως ένα κοινωνικό φαινόμενο που αντικειμενικά διαρκώς εξελίσσεται, ώστε να προσαρμόζεις και τον τρόπο αντιμετώπισης του φαινόμενου. Σήμερα το προφίλ του χρήστη στη χώρα μας καθορίζεται από την πολύ – τοξικομανία. Αφού, στη χώρα μας, πάνω από τους 7 στους 10 εξαρτημένους, «κάνουν» παράλληλα πάνω από 3 ουσίες. Άρα να αναρωτηθούμε, πόσο αποτελεσματικό είναι το μοντέλο της διαχείρισης ουσιαστικά της εξάρτησης με τα υποκατάστατα ηρωίνης, όταν οι αμιγώς ηρωινομανείς, είναι σήμερα ένας μικρός υποπληθυσμός, μέσα στο σύνολο αυτών των εξαρτημένων;
Η παντελής αποτυχία της προσέγγισης με τα υποκατάστατα ηρωίνης ως θεραπεία, έχει απαντηθεί ήδη, πάλι από τη ζωή. Σε χώρες της Ευρώπης η μεθαδόνη είναι η κύρια ουσία εξάρτησης για την όποια απευθύνεται σε “στεγνό πρόγραμμα”, όπως στη Δανία, που είναι περίπου ο 1 στους 2, ενώ στην ίδια χώρα το 45% των θανάτων από ναρκωτικά έχουν ως βάση τη μεθαδόνη. Σήμερα και στη χώρα μας έχουν αρχίσει και προσεγγίζουν “στεγνά θεραπευτικά προγράμματα” και ζητούν βοήθεια εξαρτημένοι από μεθαδόνη.
Ξαναλέμε ότι, εμείς ως Κόμμα στηρίζουμε και προτάσσουμε τη “στεγνή” θεραπευτική προσέγγιση, γιατί απευθύνεται σε όλες τις ουσίες, γιατί μπορεί να απαντήσει στην εξέλιξη του φαινόμενου της εξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες,γιατί ενισχύει την ικανότητα του ανθρώπου να προσδιορίζεται μέσα στο κοινωνικό σύνολο ως κοινωνικό ον.
Η δική μας αντίληψη για το ζήτημα της τοξικοεξάρτησης έχει ως βάση τη θέση του ανθρώπου ως κοινωνικό ον, στο κέντρο της κοινωνίας ως παραγωγό, αλλά και συμμέτοχο στην άσκηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής.
Η κοινωνία για την οποία εμείς παλεύουμε θέτει τον άνθρωπο και τις διευρυμένες ανάγκες του στο επίκεντρο, θέτει τον άνθρωπο πρωταγωνιστή και δημιουργό της ίδιας της κοινωνίας. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι στο περιθώριο της ζωής και δράσης. Από αυτή τη σκοπιά, εμείς ως Κόμμα έχουμε ασίγαστο μέτωπο με όλα τα ναρκωτικά, με τις εξαρτήσεις από ψυχοτρόπες ουσίες.
Η αντίληψή μας για την αντιμετώπιση του φαινόμενου σήμερα εδράζεται στο τρίπτυχο: Πρωτογενής Πρόληψη – θεραπεία – κοινωνική επανένταξη
Δηλαδή έμφαση στην πρόληψη σε πληθυσμούς που ακόμα δεν έχουν πειραματιστεί με τις ουσίες, “στεγνή” θεραπευτική προσέγγιση (με τα προγράμματα υποκατάστασης να αφορούν πολύ συγκεκριμένους πληθυσμούς, όπως υπερήλικες χρήστες, εγκυμονούσες, κλπ και να γίνονται ολοκληρωμένα και αυτά, πχ και με ψυχολογική υποστήριξη του χρήστη), ουσιαστικά μέτρα για την κοινωνική επανένταξη του πρώην χρήστη ή εξαρτημένου, όπως στήριξη για εργασία, μόρφωση, καταπολέμηση του στιγματισμού, και άλλα.
Παλεύουμε απέναντι στην πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, που αξιοποιεί το δρόμο που άνοιξε ο ΣΥΡΙΖΑ και στο ζήτημα της θεραπείας από τα ναρκωτικά, που φαίνεται να οδεύει προοπτικά στη συνέργεια δυο τελείως διαφορετικών φιλοσοφιών -της υποκατάστασης και της “στεγνής θεραπείας”. Παλεύουμε να αποσυρθεί η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για το ΚΕΘΕΑ, να αποσυρθεί το άρθρο για τους Χώρους Εποπτευόμενης Χρήσης.
Η πολιτική της σημερινής Κυβέρνησης στηρίζεται στη λογική “κόστος – όφελος” με αποτέλεσμα να ενισχύεται η διαχείριση του προβλήματος της τοξικοεξάρτησης και κάτω από αυτή τη λογική θα πάμε για συνέργεια προγραμμάτων με διαφορετικές φιλοσοφίες, αυτό βλέπουμε εμείς ως βασική εξέλιξη. Θέλουν τα “στεγνά” προγράμματα να έχουν έναν υποστηρικτικό ρόλο δίπλα στα προγράμματα μείωση της βλάβης, ενώ ενισχύεται η είσοδος των ιδιωτών και των ΜΚΟ στην Πρόληψη και στη θεραπεία.
Η πολιτική διαδοχικά των Κυβερνήσεων έχει οδηγήσει σήμερα:
--το ΚΕΘΕΑ να έχει αποψιλωθεί από χρηματοδότηση και προσωπικό. Την τελευταία 10ετία έχουμε μείωση της χρηματοδότησης από το Κράτος κατά 25%. Μείωση 7% το τελευταίο έτος από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού έγιναν το 2009 και μόλις 35 το 2017. Την τελευταία 10ετία έχει μειωθεί κατά 20% το προσωπικό του ΚΕΘΕΑ και έχουν γίνει καθεστώς πλέον οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση που από το 2009 αντιπροσωπεύουν σταθερά κάθε έτος περίπου το 11% των εργαζομένων του.
--Είδαμε τι έγινε με τις εφτά Πολυδύναμες Μονάδες του ΚΕΘΕΑ που έκλεισαν πριν 4 χρόνια, όταν δηλαδή σταμάτησε η χρηματοδότηση από τα ΕΣΠΑ, αφήνοντας στον αέρα εκατοντάδες εξαρτημένους με διπλή διάγνωση. Και ειδικά σε χώρους όπως η απεξάρτηση, με την ιδιαιτερότητα που αντικειμενικά έχει η σταθερή σχέση θεραπευτή – θεραπευόμενου, φαίνεται πολύ περισσότερο, πόσο αναγκαία είναι η σταθερή και μόνιμη εργασία.
--Το ΚΚΕ θα πρωτοστατήσει όχι μόνο για να διαφυλαχτεί αυτός ο χαρακτήρας του ΚΕΘΕΑ, αλλά και για να ενισχυθεί η δράση του με νέες μονάδες, με επαρκές μόνιμο προσωπικό, με πλήρη και επαρκή χρηματοδότηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Γι αυτό καλούμε τους εργαζόμενους, τους θεραπευόμενους τις οικογένειές τους, αλλά και όλη την κοινωνία συνολικά, να δώσει τη μάχη και μετά από αυτή την Πράξη Νομοθετικού Περιεχόμενου, για να μην αλλοιωθεί ο ίδιος ο χαρακτήρας του ΚΕΘΕΑ.
--Να μην αλλοιωθεί όμως και ο χαρακτήρας συνολικά όλων των στεγνών θεραπευτικών προγραμμάτων που τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί η προσέλευση σ αυτά λόγω της γιγάντωσης των προγραμμάτων υποκατάστασης. Για παράδειγμα που αποσκοπούσε η πράξη καταστολής της αστυνομίας πριν 3 εβδομάδες σε θεραπευόμενους τους 18ΑΝΩ, που είναι άλλο ένα δείγμα γραφής πως αντιμετωπίζεται ο χρήστης που κάνει προσπάθεια να θεραπευτεί.
--τα προγράμματα υποκατάστασης του ΟΚΑΝΑ και αυτά υπολειτουργούν, χωρίς το αναγκαίο ιατρικό, νοσηλευτικό προσωπικό, πολλές φορές χωρίς τα αναγκαία μέσα ακόμα και για έλεγχο της παράλληλης χρήσης. Εμείς θεωρούμε ότι τα προγράμματα υποκατάστασης πρέπει να να είναι “υψηλών προδιαγραφών”, να κατατείνουν στη θεραπεία, να λειτουργούν μόνο για ειδικούς πληθυσμούς (πχ εγκυμονούσες χρήστριες, υπερήλικες χρόνιοι χρήστες οπιοειδών), να έχουν όριο ηλικίας, να παρέχουν ολοκληρωμένη ψυχολογική υποστήριξη στον χρήστη ηρωίνης με στόχο τη διαμόρφωση κινήτρου για ένταξη σε στεγνό πρόγραμμα θεραπείας και όχι αυτό που έχουμε σήμερα που ουσιαστικά είναι “πάρε τη δόση σου και ξαναέλα αύριο”.
--Στην Πρόληψη έχουμε πολυδιάσπαση με 73 ΚΠ να είναι με διαφορετικό καθεστώς, χωρίς ενιαίο θεσμικό πλαίσιο, με την προγραμματική τους σύμβαση να λήγει στο τέλος του έτους, με ΚΠ να λειτουργούν με προγράμματα ΕΣΠΑ, με τα 2 υπό ίδρυση ΚΠ σε Πειραιά και Αν. Αττική να μην λειτουργούν εδώ και 4 χρόνια. Τα ΚΠ είναι υποστελεχωμένα και δεν μπορούν να ανταποκριθούν με επάρκεια στις αυξημένες ανάγκες για πρόληψη. Πολλές φορές συναντούν ακόμα και προβλήματα να κάνουν πρόγραμμα σε σχολεία λόγω του θεσμικού πλαισίου ή πολλές φορές χουμε παρεμβάσεις από δημοτικές αρχές και στο επιστημονικό τους έργο.
Με αυτήν την κατάσταση είναι κατανοητό ότι σήμερα δεν μπορούμε να μιλάμε από την μεριά του κράτους για σοβαρή και ουσιαστική αντιμετώπιση του κοινωνικού ζητήματος της τοξικοεξάρτησης. Δεν μπορεί η αντιμετώπιση του φαινομένου να στηρίζεται στην προσφορά των εργαζομένων στους χώρους αυτούς. Χρειάζεται μια άλλη πολιτική για τα ναρκωτικά γιατί και η χθεσινή και η σημερινή έχει φανεί ότι είναι ξοφλημένη.
Ξέρουμε ότι η διάδοση των ναρκωτικών είναι στοιχείο σύμφυτο με το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο εμείς παλεύουμε να ανατρέψουμε. Ξέρουμε ότι στο σοσιαλισμό – κομμουνισμό, την κοινωνία για την οποία εμείς παλεύουμε τα ναρκωτικά δεν θα έχουν θέση στον άνθρωπο και στην κοινωνία γιατί ο άνθρωπος παραγωγός του κοινωνικού πλούτου θα είναι στο επίκεντρο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής και όχι στο περιθώριο.
Εμείς όμως παλεύουμε και σήμερα με ολοκληρωμένο πλαίσιο πάλης, με επιστημονικά επεξεργασμένες θέσεις που λαμβάνουν υπ όψη όλες τις σύγχρονες εξελίξεις στο φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης. Έχουμε πλαίσο πάλης που έχει στο επίκεντρο τόσο τον χρήστη, γιατί ξέρουμε ότι αν ο ίδιος ο χρήστης το αποφασίσει μπορεί να αλλάξει τρόπο ζωής, μπορεί να “καθαρίσει” από τα ναρκωτικά, αλλά παράλληλα θέτουμε στο επίκεντρο το σύνολο της κοινωνίας και κυρίως τους νέους ανθρώπους που δεν έχουν πειραματιστεί ακόμα με τα ναρκωτικά.
Από εδώ απορρέει και η ξεκάθαρη θέση μας “όχι σε όλα τα ναρκωτικά”, όχι στον αντιεπιστημονικό ψευτοδιαχωρισμό τους σε “σκληρά και μαλακά”. Επίσης ξεκάθαρη είναι και αντίθεση μας με τους Χώρους Εποπτευόμενης Χρήσης.
Η θέση του ΚΚΕ επικεντρώνει στην ανάγκη δημιουργίας ενός Πανελλαδικού Ενιαίου Δημόσιου Φορέα που η Πρόληψη – η θεραπεία και η κοινωνική επανένταξη θα είναι άρρηκτα δεμένες, η θεραπεία θα έχει στο επίκεντρο τη φιλοσοφία του “στεγνού προγράμματος” που θέτει στο επίκεντρο τον άνθρωπο, την αλλαγή του, την πίστη στη ζωή και στις δυνάμεις του. Για αυτό διεκδικούμε προγράμματα για πλήρη εργασιακή και κοινωνική επανένταξη των απεξαρτημένων.
Διεκδικούμε θεραπευτικά προγράμματα στελεχωμένα με μόνιμο και επαρκές προσωπικό.
Καμία εμπλοκή ιδιωτών στην πρόληψη και την απεξάρτηση.
Όλοι όσοι έχουν ανάγκη για απεξάρτηση θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα δωρεάν θεραπευτικής φροντίδας.
Πρέπει να ενισχυθούν οι θεραπευτικές κοινότητες στα καταστήματα κράτησης με την παράλληλη ενίσχυση των μονάδων επανένταξης των αποφυλακισμένων.
Διεκδικούμε μονάδες σωματικής απεξάρτησης ενταγμένες στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας και στα νοσοκομεία της χώρας, όχι το “πυροτέχνημα” του Νοσοκομείου Χατζηκώστα στα Ιωάννινα που απαντάει σε μια ανάγκη αλλά με ημερομηνία λήξης όταν λήξει και η χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ.
Η Πρόληψη να έχει στο επίκεντρο τις αιτίες του προβλήματος και όχι τα αποτελέσματα της τοξικομανίας, με προγράμματα πρωτογενούς πρόληψης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης με έμφαση στο Γυμνάσιο και στη μετάβαση από το Δημοτικό σ αυτό. Παράλληλα διεκδικούμε σχολές γονέων σε κάθε Δήμο που θα εκπαιδεύουν τους γονείς στους τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος των ναρκωτικών.
Για εμάς είναι σημαντικό να προαχθεί και η έρευνα γύρω από τα ναρκωτικά στη χώρα μας, επιστημονική έρευνα που θα θέτει στο επίκεντρο τις αιτίες του φαινομένου και όχι όπως σήμερα που η έρευνα είναι χρηματοδοτούμενη κυρίως από τα μονοπώλια της κάνναβης για να πείσουν δήθεν για τα ευεργετήματα της. Θεωρούμε ότι είναι αναγκαίο να εισαχθούν μαθήματα σχετικά με την αντιμετώπιση της τοξικοεξάρτησης στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση και κυρίως σε σχολές κοινωνικών επιστημών και σε ιατρικές, νομικές και παιδαγωγικές σχολές.
Το ΚΚΕ θα συνεχίσει να έχει ασίγαστο μέτωπο με τα ναρκωτικά, τη διάδοσή τους, τον τρόπο ζωής που τα συνοδεύει. Το ΚΚΕ με τις ξεκάθαρες θέσεις του καλεί το λαό, τη νεολαία και τους εργαζόμενους στο χώρο της πρόληψης και της απεξάρτησης να ορθώσουν τοίχος στην αντιναρκωτική πολική της ΕΕ και των ελληνικών Κυβερνήσεων. Σας καλούμε σε μια πλατιά συσπείρωση για μια άλλη αντιναρκωτική πολιτική που θα έχει πραγματικά στο επίκεντρο τον άνθρωπο.
Η πολιτική που ετοιμάζουν είναι ήδη ναρκοθετημένη γιατί είναι ενταγμένη στις ανάγκες του σάπιου συστήματός τους. Από εμάς η άνοιξη εξαρτάται δηλαδή από την ίδια την πάλη και την πίστη του λαού για ριζικότερες αλλαγές.