Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Αρκεί να ανατρέξει κανείς στην ιστορία της τελευταίας εικοσαετίας στην Ελλάδα, για να διαπιστώσει ότι πριν από κάθε καταστροφή που προήλθε από φυσικά φαινόμενα, υπήρχαν οι κυβερνητικές διαβεβαιώσεις ότι ο κρατικός μηχανισμός ήταν προετοιμασμένος για την αντιμετώπισή της.
Αντίστοιχα, θα διαπιστώσει ότι μετά από κάθε καταστροφή, όλες οι κυβερνήσεις διαβεβαίωναν ότι θα γυρίσουν σελίδα και ότι έχουν εκπονήσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο πολιτικής προστασίας για την επόμενη μέρα.
Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς;
Τις τεράστιες καταστρεπτικές πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού, όπου μέσα σε 10 μέρες χάθηκε πάνω από το 10% του δασικού πλούτου της χώρας, θρυμματίζοντας τις κυβερνητικές διακηρύξεις για απόλυτη προετοιμασία;
Την τραγελαφική κατάσταση στην Αθήνα και στην υπόλοιπη χώρα, όπου οι αναμενόμενες βροχές του φθινοπώρου κυριολεκτικά πλημμύρισαν, για μια ακόμα φορά, την πόλη στοιχίζοντας τη ζωή σε έναν άνθρωπο;
Ειδικά στην περίπτωση της Εύβοιας, δεν μπορεί παρά να μιλά κανείς για προκλητική αμέλεια της κυβέρνησης, αφού ήταν σίγουρη η πρόβλεψη για τις πλημμύρες που θα γίνουν στην περιοχή το Φθινόπωρο μετά την καλοκαιρινή καταστροφή.
Τη φονική πλημμύρα στην Μάνδρα, την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, που στοίχησε τη ζωή δεκάδων λαϊκών ανθρώπων και άφησε μια ολόκληρη πόλη ουσιαστικά ρημαγμένη;
Την εκατόμβη θυμάτων με την πυρκαγιά στο Μάτι, πάλι την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ;
Τις καταστρεπτικές πυρκαγιές στην Ηλεία το 2007, με δεκάδες νεκρούς, τεράστιες καταστροφές σε σπίτια και σε εξοπλισμό φτωχών αγροτών και κτηνοτρόφων, απέραντες καμένες εκτάσεις;
Το φονικό σεισμό στην Αθήνα το 1999, την περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, όπου δεκάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κάτω από κατεστραμμένα ερείπια ακατάλληλων και απροστάτευτων κτηρίων, θύματα τελικά όχι του σεισμού, αλλά πολεοδομικών εγκλημάτων του κεφαλαίου και της απόλυτης ανυπαρξίας ουσιαστικών ελέγχων απ’ το κράτος;
Τα τρανταχτά αυτά παραδείγματα περιγράφουν πλευρές της κατάστασης που βιώνουν οι εργαζόμενοι, και σίγουρα έχουν αφήσει το μεγαλύτερο αποτύπωμα στη συλλογική μας μνήμη.
Ωστόσο, δεν αρκούν για να αποτυπώσουν συνολικά την αθλιότητα που υπομένει ο ελληνικός λαός απ’ όλες αυτές τις καταστροφές που βαφτίζονται “φυσικές”.
Η αλήθεια είναι πως σε όποια περιοχή της χώρας αν βρεθεί κάποιος, αρκεί να ανατρέξει στο ημερολόγιο για να εντοπίσει: Πλημμύρες που διαλύουν τοπικές οικονομίες και λαϊκές περιουσίες, τεράστιες και συνεχείς φωτιές που κατακαίνε δάση και βουνά, έντονες χιονοπτώσεις που αποκλείουν χωριά και αφήνουν περιοχές ολόκληρες αποκομμένες για μέρες ολόκληρες, σεισμούς ακόμα και σχετικά μικρής κλίμακας, με τους οποίους το “κράτος” παραλύει, ενώ ακατάλληλα κτήρια σωριάζονται, αποκλεισμούς νησιών για βδομάδες γιατί τάχα έχει κακοκαιρία, κατολισθήσεις, ξηρασίες και μια ολόκληρη σειρά από άλλα τέτοια φαινόμενα που μοιάζουν να μην έχουν τελειωμό.
Ο λαός είναι απροστάτευτος απέναντι σε φυσικά φαινόμενα που στην ουσία τους, είναι αναμενόμενα.
Άραγε ποιος ξαφνιάζεται από το ότι στην Ελλάδα, το καλοκαίρι έχει μελτέμια των 10 μποφόρ;
Ποιος εκπλήσσεται απ’ τις καταιγίδες; Η Ελλάδα δεν είναι Λονδίνο. Έχει έντονες καταιγίδες που διαρκούν λίγο, στις οποίες το νερό πέφτει απότομα, φαινόμενο που επιτείνεται από το ιδιαίτερο ανάγλυφο του εδάφους.
Ποιος, άραγε, δεν γνωρίζει ότι η Ελλάδα έχει σεισμούς, όταν είναι η πιο σεισμογενής χώρα στην Ευρώπη;
Ο τομέας στον οποίο υπάρχει ορατή πρόοδος είναι στην προπαγάνδα για τη συγκάλυψη των πολιτικών ευθυνών και την αθώωση του συστήματος.
Ως ένοχοι εμφανίζονται η διαχειριστική ανικανότητα της κάθε φορά προηγούμενης κυβέρνησης, που δεν πρόλαβε να διορθώσει η επόμενη, τα «ακραία καιρικά φαινόμενα» και πρόσφατα η περιβόητη «κλιματική κρίση», χωρίς συγκεκριμένη επιστημονική τεκμηρίωση.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν αλλάζει τίποτα. Όμως οι όποιες αλλαγές, δεν έχουν, όπως θα δούμε, ως βασικό στόχο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.
Το νέο σχέδιο της σημερινής κυβέρνησης με τη συγκρότηση αυτοτελούς Υπουργείου, η συγκρότηση Εθνικού Μηχανισμού Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων και η δημιουργία 13 Περιφερειακών Επιχειρησιακών Κέντρων Πολιτικής Προστασίας, υπηρετεί πολλαπλούς στόχους της στρατηγικής του κεφαλαίου για την επόμενη περίοδο.
Αυτό το νέο σχέδιο συνδυάζεται ήδη με την προώθηση των Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων (ΟΧΕ) σε πληγείσες περιοχές, με εμβληματικό παράδειγμα το σχέδιο Μπένου που προωθεί η νεοσύστατη Επιτροπή Ανασυγκρότησης της Βόρειας Εύβοιας (ΕΑΒΕ).
Ποιοι είναι οι πραγματικοί στόχοι του νέου κυβερνητικού σχεδίου;
Πρώτον, η στήριξη νέων κερδοφόρων επενδύσεων στο πλαίσιο της προώθησης της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ. Χαρακτηριστικά παραδείγματα οι μονοπωλιακοί όμιλοι που ορίζονται ως «ανάδοχοι» των καμένων περιοχών και οι αδειοδοτήσεις για νέες εγκαταστάσεις μεγάλων αιολικών πάρκων. Αυτά τα σχέδια κρύβονται πίσω από τους εύηχους τίτλους των κυβερνητικών σχεδίων, όπως «περιβαλλοντική αναγέννηση» και «δημιουργία νέου δάσους και υποδομών δομημένου και φυσικού περιβάλλοντος», «νέες μορφές επιχειρηματικότητας».
Δεύτερον, η σταδιακή ιδιωτικοποίηση κρατικών αρμοδιοτήτων του χωροταξικού σχεδιασμού και της πυροπροστασίας. Αρχικά εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε Δήμους και Περιφέρειες και στη συνέχεια με τις προβλέψεις για αξιοποίηση νέων χρηματοδοτικών εργαλείων και προγραμμάτων ΣΔΙΤ για τη δημιουργία υποδομών πυρασφάλειας και γενικότερα πολιτικής προστασίας.
Τρίτον, η καλύτερη σύνδεση του σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας με την κατασταλτική λειτουργία του αστικού κράτους και του σχεδιασμού του ΝΑΤΟ. Στο πλαίσιο του πολιτικού πυλώνα του ΝΑΤΟ λειτουργεί η Επιτροπή Πολιτικού Σχεδιασμού Εκτάκτων Αναγκών της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας, η οποία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και την Ομάδα Πολιτικής Προστασίας. Είναι χαρακτηριστική η άσκηση καταστολής των διαδηλώσεων στο πλαίσιο της Νατοϊκής άσκησης “Defender Europe 2021” στην Αλεξανδρούπολη, για να κατανοήσουμε τον αντιδραστικό χαρακτήρα αυτού του σχεδιασμού.
Οι συγκεκριμένοι στόχοι μάς βοηθούν να κατανοήσουμε και τα κριτήρια επιλογής της ηγεσίας του νεοσύστατου Υπουργείου. Πέρα όμως από τις ιδιαίτερες στοχεύσεις του νέου κυβερνητικού σχεδίου, οφείλουμε να διερευνήσουμε ένα πιο σημαντικό ερώτημα.
Πού οφείλεται η διαπιστωμένη αδυναμία του συνόλου των αστικών κυβερνήσεων να διαμορφώσουν και κυρίως να υλοποιήσουν ένα σχέδιο «ολιστικής αντιμετώπισης» του ζητήματος της πολιτικής προστασίας; Πρόκειται για διαχρονική αδιαφορία ανικανότητα, ανεπάρκεια των κυβερνητικών στελεχών; Αρκεί άραγε μια καλή αναδιοργάνωση των μηχανισμών πολιτικής προστασίας προκειμένου να προστατευθεί πραγματικά ο λαός της χώρας μας;
Έχουμε κουραστεί να το ακούμε από όλες τις κυβερνήσεις μετά από κάθε καταστροφή.
Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική. Η ίδια η οργάνωση της παραγωγής με κριτήριο το κέρδος καθιστά αδύνατη την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των προβλημάτων πολιτικής προστασίας μέσα στον καπιταλισμό.
Η λειτουργία της οικονομίας με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος και η χάραξη της κρατικής πολιτικής σύμφωνα με τις εκάστοτε ανάγκες ενίσχυσης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, υπονομεύουν τη δυνατότητα σχεδιασμού για τη συνδυασμένη ικανοποίηση του συνόλου των κοινωνικών αναγκών.
Η εμπορευματοποίηση της γης, του νερού, των δασών, της ανθρώπινης υγείας, ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων, ο προσανατολισμός της κρατικής χρηματοδότησης σύμφωνα με τη στρατηγική αυτή, επιδρούν αρνητικά, υπονομεύουν όλες τις βασικές πλευρές ενός αποτελεσματικού σχεδιασμού: την πρόληψη και τον προσανατολισμό της έρευνας, το περιεχόμενο των σχετικών μελετών, τον κρατικό έλεγχο, την επιλογή και την υλοποίηση των αναγκαίων έργων, την εκπαίδευση, την ενημέρωση.
Θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε σύντομα ορισμένες πλευρές. Η αναρχία της παραγωγής, οι καπιταλιστικοί ανταγωνισμοί, ο κατακερματισμός της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στη γη, καθιστούν αδύνατη ακόμα και μια ολοκληρωμένη αποτίμηση των επιπτώσεων απ’ την παραγωγική δραστηριότητα, πόσο μάλλον για την ολοκληρωμένη διαχείρισή της και την πρόληψη του κινδύνου.
Κάθε έργο αποτιμάται απ’ τη σκοπιά του ξεχωριστού επενδυτή που το κατασκευάζει, αγνοώντας επιδεικτικά κάθε άλλη παράμετρο. Γι’ αυτό και ορισμένα τεχνικά έργα επιτείνουν, αντί να διορθώνουν τα σχετικά προβλήματα. Μεγάλοι οδικοί άξονες, αεροδρόμια, βίαιες αλλαγές στην τοπογραφία που αλλάζουν απότομα υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά χιλιετηρίδων οδηγώντας σε νέες πλημμύρες. Κατασκευαστική δραστηριότητα μέσα και γύρω από δάση, συχνά αυξάνοντας τις πυρκαγιές. Πολλαπλασιασμός δρόμων και ενεργειακών συστημάτων που αλλάζουν το τοπίο. Έργα άντλησης πετρελαίων που επιτείνουν σεισμικά φαινόμενα. Και ο κατάλογος είναι σχεδόν ανεξάντλητος.
Τα εκατοντάδες χιλιόμετρα νέων δασικών δρόμων για τις ΑΠΕ και το βίαιο τσιμέντωμα των βουνών, επιδρούν αντικειμενικά τόσο στα πλημμυρικά φαινόμενα, όσο και σε δασικές πυρκαγιές.
Τα εκατοντάδες χιλιόμετρα νέων δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, για να υποστηριχθούν τα έργα ΑΠΕ, που λόγω του κέρδους είναι πλημμελώς συντηρημένα, αυξάνουν αλματωδώς τις πιθανότητες ξεσπάσματος δασικών πυρκαγιών.
Στο σημερινό καπιταλιστικό σύστημα ο χωροταξικός σχεδιασμός, οι χρήσεις γης, οι αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ βιομηχανικών εγκαταστάσεων και κατοικημένων περιοχών, η δόμηση, η ύπαρξη ελεύθερων χώρων, η κατασκευή αντιπλημμυρικών έργων καθορίζονται, τελικά, με βασικό κριτήριο τη διασφάλιση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων.
Τα μπαζωμένα ρέματα, η άναρχη επέκταση του σχεδίου πόλης, η τσιμεντοποίηση, οι ακατάλληλες κατοικίες, η έλλειψη ολοκληρωμένης διαχείρισης των υδατορεμάτων και γενικότερα του συνόλου της λεκάνης απορροής κάθε περιοχής, η επικίνδυνη γειτνίαση επικίνδυνων βιομηχανικών εγκαταστάσεων με κατοικημένες περιοχές, με κίνδυνο ενός ατυχήματος μεγάλης έκτασης σε περίπτωση πλημμύρας, είναι εκφράσεις της απουσίας ολοκληρωμένου σχεδιασμού με γνώμονα την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.
Σε συνθήκες καπιταλιστικής ιδιοκτησίας της γης, και καπιταλιστικής ανάπτυξης είναι εγγενώς αδύνατον να χαραχθεί ένα ενιαίο σχέδιο αντιπλημμυρικής προστασίας που να καλύπτει τις λαϊκές ανάγκες.
Τα όποια έργα αντιπλημμυρικής προστασίας υλοποιούνται, γίνονται με κριτήριο την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου και μέσα απ’ τους ανταγωνισμούς του. Γι’ αυτό και γίνεται κατάτμηση σε πολλά μικρά επιμέρους έργα. Όμιλοι, περιφέρειες και δήμοι διαγκωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα υλοποιήσει και με πόσο κέρδος το κάθε έργο. Έτσι, απ’ το σχεδιασμό μέχρι την υλοποίηση, τα όποια τεχνικά έργα, γίνονται με κριτήριο διαφορετικό απ’ αυτό που έχει ανάγκη σήμερα ο λαός και η χώρα.
Οι ανταγωνισμοί μεταξύ των ομίλων για τα ποσοστά κέρδους και την κατανομή των πόρων καθιστούν αδύνατη την ιεράρχηση των αντιπλημμυρικών έργων και τον σχεδιασμό τους σε μεγάλη κλίμακα με κριτήριο τη μέγιστη δυνατή προστασία.
Η κατασκευή τους γίνεται με κριτήριο το κέρδος των ξεχωριστών ομίλων που τα παράγουν, οδηγώντας σε κακοτεχνίες, υπερτιμολογήσεις και σπατάλη. Ο σχεδιασμός των έργων δεν γίνεται λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη προστασίας από μεγάλης έντασης πλημμύρες και έτσι έργα που έχουν γίνει, αποδεικνύονται αποσπασματικά και ανεπαρκή.
Η δασοκτόνα πολιτική και η πολιτική εμπορευματοποίησης της γης, που αποτελούν τη βασικότερη αιτία των καταστροφικών πυρκαγιών, έχουν επιδεινώσει το πρόβλημα στις περιοχές που έχουν πληγεί από πυρκαγιές, όπως στη Β. Εύβοια, στην Πελοπόννησο, στην Αττική, χωρίς να έχουν πραγματοποιηθεί τα αναγκαία αντιπλημμυρικά έργα.
Η ανάγκη του κεφαλαίου για πρόσθετο οικονομικό χώρο, η τάση του για ληστρική επέκταση, για εκμετάλλευση εργατικής δύναμης και για καταλήστευση των φυσικών πόρων είναι τελικά η βασική αιτία πίσω απ’ τις δασικές πυρκαγιές και τις τεράστιες καταστροφές.
Πελώριες πιέσεις για αλλαγές χρήσεων γης, για αξιοποίηση δασών, βουνών και παραλιών απ’ το μεγάλο κεφάλαιο, για έργα ΑΠΕ, γενικότερα για ενεργειακές εγκαταστάσεις, για τουριστικές δραστηριότερες μεγάλης κλίμακας, για μεταλλευτικές δραστηριότητες. Για το κεφάλαιο και το κράτος του, η αξία ενός βουνού, ενός δάσους, ενός δασικού συστήματος δεν μετριέται απ’ τις κοινωνικές ανάγκες που εξυπηρετεί.
Αποτιμάται στο πόσο κέρδος μπορεί να προσδώσει. Γι’ αυτό και εμφανίζονται τεράστιες πιέσεις για αλλαγές χρήσεων γης, που μοιραία τροφοδοτούν και “φυσικές καταστροφές”.
Η ατομική ιδιοκτησία στη γη, η εμπορευματοποίηση της κατοικίας, οι ταξικές ανισότητες, υποχρεώνουν τη μεγάλη πλειοψηφία των εργατικών λαϊκών στρωμάτων να κατοικούν σε κατοικίες πλημμελώς προστατευμένες από σεισμικά φαινόμενα, ενώ ανάλογες εκπτώσεις στην προστασία τους αντιμετωπίζουν τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων σε σχολεία με ελάχιστη ή και ανύπαρκτη αντισεισμική θωράκιση.
Είναι τουλάχιστον προκλητικό, η ΝΔ σήμερα και ο ΣΥΡΙΖΑ πριν, να επιρρίπτουν τις ευθύνες τους για τις πλημμύρες, για τις φωτιές, για τις κατολισθήσεις στα λαϊκά στρώματα που κατοικούν σε ακατάλληλα σπίτια.
Θυμόμαστε ακόμα με φρίκη τις αιτιάσεις των υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ όταν έλεγαν ότι για την Μάνδρα και το Μάτι ευθύνονται οι κάτοικοι που έχτισαν μέσα σε ποτάμια ή ο ένας πάνω στον άλλον.
“Αυτοί που μας πήραν το βιβλίο, μας κατηγορούν ότι είμαστε αμόρφωτοι” και για να παραφράσουμε, αυτοί που εξανάγκασαν, διευκόλυναν και χρησιμοποίησαν ως “πολιτικό νόμισμα” τα ακατάλληλα σπίτια που κατοικούν οι εργαζόμενοι, έρχονται τώρα να τους κατηγορήσουν.
Όχι κύριοι της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν ευθύνονται οι κάτοικοι της Μάνδρας που έχτισαν μέσα σε ρέματα, δεν ευθύνονται οι κάτοικοι στο Μάτι, οι κάτοικοι που υποχωρεί η γη κάτω απ’ τα πόδια τους. Δεν ευθύνονται οι κάτοικοι της Εύβοιας.
Ευθύνεστε εσείς και το σύστημά σας, που μετατρέπει την κατοικία σε εμπόρευμα και ατομική ευθύνη του καθενός για να το αποκτήσει.
Ευθύνεστε εσείς και το σύστημά σας που όταν το βόλευε προωθούσε την άναρχη δόμηση για να τροφοδοτηθούν τα κέρδη των βιομηχάνων του κλάδου των κατασκευών.
Ευθύνεστε εσείς που για δεκαετίες χρησιμοποιείτε σε όλα τα επίπεδα την πολεοδομική νομοθεσία ως πολιτικό εργαλείο ενσωμάτωσης των εργαζόμενων.
Η πρόληψη και η αντιμετώπιση του φαινομένου, όταν εκδηλωθεί, είναι επίσης ανεπαρκής.
Η απουσία στοιχειωδών μέτρων πρόληψης, όπως ο αναγκαίος τακτικός έλεγχος, καθαρισμός και συντήρηση υποδομών και δικτύων (όπως ο καθαρισμός ρεμάτων και φρεατίων), ο ελλιπέστατος καθαρισμός δασών και δασικών εκτάσεων, η ανυπαρξία προσεισμικών ελέγχων με κρατική ευθύνη και κόστος υποδομών και κατοικιών, είναι αποτέλεσμα της υποχρηματοδότησης από το κράτος για τις σχετικές υπηρεσίες και της λειτουργίας των δήμων και Περιφερειών με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Ο κρατικός προϋπολογισμός είναι μηχανισμός αναδιανομής των πόρων προς όφελος των ομίλων. Οι δαπάνες για πρόληψη από “φυσικές καταστροφές” και για την αποφυγή τους θεωρούνται, στις σημερινές συνθήκες δαπάνη που πρέπει να περικοπεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό.
Οι μηχανισμοί του κράτους για την αντιμετώπιση φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών υποχρηματοδοτούνται κι είναι υποστελεχωμένοι, με ελλιπή μέσα και εξοπλισμό, ενώ ο πληθυσμός είναι παντελώς ανεκπαίδευτος.
Παράλληλα, ειδικά το τελευταίο διάστημα, οι δραστηριότητες πρόληψης αλλά και διαχείρισης των φυσικών φαινομένων αξιοποιούνται απ΄ το κεφάλαιο ως νέα πεδία επενδυτικής δραστηριότητας.
Η αξιοποίηση των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας και αντισεισμικής θωράκισης σαν πεδία τοποθέτησης των κεφαλαίων του κλάδου των κατασκευών είναι χαρακτηριστική αυτής της πλευράς.
Η ανάγκη του λαού για προστασία απ’ τα φυσικά φαινόμενα χρησιμοποιείται για να προωθηθούν μεγάλα έργα σε βουνά και στον αστικό ιστό, που στις σημερινές συνθήκες αποτελούν “βούτυρο στο ψωμί” του μεγάλου κατασκευαστικού κεφαλαίου.
Το καινούργιο παράδειγμα των συμπράξεων με ιδιωτικό τομέα για τη διαχείριση των δασών και την αντιπυρική προστασία, είναι επίσης αποκαλυπτικό. Πανάκριβα έργα αναδάσωσης και διαχείρισης του δασικού πλούτου, με μοναδικό στόχο τα τεράστια κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου.
Στο πεδίο της αντιμετώπισης των φυσικών φαινομένων, αποκαλύπτεται επίσης ο χαρακτήρας της αντιλαϊκής πολιτικής. Διαχρονικά προωθείται η ολοένα και βαθύτερη εμπορευματοποίηση, και λειτουργία τέτοιων δραστηριοτήτων με κριτήριο την καπιταλιστική κερδοφορία.
Η διάλυση της δασικής υπηρεσίας και η μεταφορά των αρμοδιοτήτων της στο πυροσβεστικό σώμα ήταν ένα πρώτο βήμα μιας διαδικασίας που οδήγησε τελικά στη σημερινή κατάσταση. Μια κατάσταση, όπου η μερίδα του λέοντος απ΄ τους πόρους που δαπανώνται για την πυρόσβεση και την πολιτική προστασία κατευθύνονται σε πανάκριβα -και αμφιλεγόμενα αναφορικά με το εύρος χρησιμότητας τους- εναέρια μέσα και γενικότερα σε πανάκριβους εξοπλισμούς, ενώ οι υπηρεσίες παραμένουν υποστελεχωμένες απ’ τη βασική τους υποδομή, το ανθρώπινο δυναμικό.
Σύμφωνα με στοιχεία αλλά και διεκδικήσεις των ίδιων των πυροσβεστών χρειάζονται να γίνουν άμεσα τουλάχιστον 4.000 προσλήψεις μόνιμων πυροσβεστών.
Βεβαίως κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης, αφού απέρριψε σχετική τροπολογία του ΚΚΕ που εξασφάλιζε τις προσλήψεις πριν δύο εβδομάδες, ενώ πριν 5 μέρες επιτέθηκε με τα ΜΑΤ σε εποχικούς πυροσβέστες που ζητούσαν τη μονιμοποίησή τους και που κατά γενική ομολογία είναι αυτοί που πέφτουν πρώτοι στις φωτιές, άρα είναι άκρως απαραίτητοι.
Αντί να κάνει αυτά, η κυβέρνηση, όπως και όλες οι προηγούμενες, διατηρεί το Πυροσβεστικό Σώμα, μία υπηρεσία δηλαδή με καθαρά αποστολή κοινωνικού χαρακτήρα, ως Σώμα Ασφαλείας, με στρατιωτική δομή και οργάνωση από την εποχή της χούντας ακόμη.
Τα αποτελέσματα και τα εμπόδια, που αυτός ο τρόπος οργάνωσης βάζει ακόμα και στην επιχειρησιακή λειτουργία του Πυροσβεστικού Σώματος, φάνηκαν ανάγλυφα στις πυρκαγιές του καλοκαιριού. Το προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος εκτός από λίγο, είναι και πολυδιασπασμένο.
Φέτος η κυβέρνηση δημιούργησε 82 νέες εποχικές δομές σε όλη τη χώρα, χωρίς ουσιαστικά καμία πρόβλεψη για τη στήριξη και αποτελεσματική λειτουργία τους. Με μεγάλη διασπορά του προσωπικού, που πρακτικά αποδυναμώνει ακόμα περισσότερο τη δράση του. Μεταφορά προσωπικού ανά την επικράτεια, για πολλές μέρες, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από την υπηρεσία και το σπίτι του. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πυρκαγιά στα Γεράνεια όρη επιχειρούσαν πυροσβέστες ακόμα και από τον Έβρο, το Αιγαίο, από τα Γιάννενα και αλλού.
Από την άλλη μεριά πάνω από χίλιοι (1.000) πυροσβέστες είναι μόνιμα δεσμευμένοι στα ιδιωτικοποιημένα αεροδρόμια όπως το Ελευθέριος Βενιζέλος, αυτά που δόθηκαν στη Fraport και στους ιδιωτικοποιημένους αυτοκινητόδρομους. Κι όλα αυτά ενώ οι πυροσβέστες δουλεύουν ιδιαίτερα κατά την αντιπυρική περίοδο ολόκληρα εικοσιτετράωρα, χωρίς να αποζημιώνονται ούτε ένα ευρώ για τις υπερωρίες τους.
Ένα προσωπικό του οποίου ο μέσος όρος ηλικίας είναι 45 έως 50 χρονών και εξαναγκάζονται να δουλεύουν πολλές φορές εξουθενωμένοι, νηστικοί, σε άθλιες συνθήκες, επιβαίνοντας σε οχήματα παμπάλαια αφού το 14% του στόλου είναι ακινητοποιημένο λόγω βλαβών. Ο κατάλογος είναι ατελείωτος.
Η επίλυση αυτών των τεράστιων προβλημάτων είναι κόστος ασύμφορο για το καπιταλιστικό κράτος, δεν προσελκύει επενδυτές. Γι αυτό και παραμένουν άλυτα από όλες τις κυβερνήσεις.
Αυτός είναι ο “επιχειρησιακός βραχίονας” του περιβόητου Εθνικού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας στον οποίο μάλιστα η κυβέρνηση με τη "Λευκή Βίβλο για την Ασφάλεια" δίνει και πιο σαφή κατασταλτικό προσανατολισμό. Για να εμπεδωθεί αυτός ο προσανατολισμός, πρώτα από όλα στους ίδιους τους πυροσβέστες, όταν διεκδικούν τη λύση αυτών των προβλημάτων, η απάντηση είναι: ΜΑΤ, χημικά, αύρες, ξύλο.
Ειδικό σημείο, που φωτίζει την πραγματική αδυναμία του καπιταλιστικού δρόμου οργάνωσης να εγγυηθεί την προστασία της ζωής και της ασφάλειας των εργαζόμενων και του πληθυσμού, είναι η επιμονή στον να μη διακοπεί η παραγωγική διαδικασία, ακόμα και όταν η συνέχιση της είναι επικίνδυνη, τόσο για τον κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά, όσο και για την κοινωνία στο σύνολο της.
Για το κεφάλαιο, η διακοπή της εργασίας είναι σχεδόν “θανατηφόρο αδίκημα”. Έτσι, τα εργοστάσια δεν κλείνουν ακόμα και όταν η μετακίνηση από και προς αυτά ενέχει πολύ αυξημένο κίνδυνο για τους εργαζόμενους, όταν χιονίζει, ή όταν βρέχει καταρρακτωδώς.
Η κυβερνητική πολιτική προστασία περιορίζεται σε οδηγίες αποφυγής της περιττής μετακίνησης, με τη μετακίνηση όμως για λογαριασμό του εργοδότη να βρίσκεται σε βάθρο.
Στην πραγματικότητα, το αστικό κράτος προσπαθεί να διασφαλίσει με όποιον τρόπο μπορεί, ακριβώς τη μετακίνηση για λογαριασμό του κεφαλαίου, σε βάρος οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας.
Έτσι άλλωστε μπορεί να εξηγηθεί και το, κατά τα άλλα σχεδόν “γκροτέσκο”, που ζήσαμε στην πανδημία. Να απαγορεύεται η οποιαδήποτε μετακίνηση μετά τη δύση του ηλίου, αλλά να επιτρέπεται να στοιβάζονται οι εργαζόμενοι σαν τις σαρδέλες κάθε πρωί στα λεωφορεία για να πάνε στον τόπο εργασίας τους.
Οι τεράστιες διαχρονικές ευθύνες όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών πρέπει να αναζητηθούν, ακριβώς στην προώθηση αυτής της αντιλαϊκής πολιτικής και στα κρίσιμα για τους εργαζόμενους ζητήματα της πολιτικής προστασίας.
Σίγουρα, οι κυβερνητικοί διαχειριστές έχουν συγκεκριμένη ευθύνη για διάφορες επιμέρους πλευρές της διαχείρισης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας, οι υπουργοί και οι περιφερειάρχες του, έχουν συγκεκριμένη πολιτική ευθύνη για τους νεκρούς στη Μάνδρα και στο Μάτι. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ΝΔ έχουν ευθύνη για τις τεράστιες καταστροφές φέτος σε ολόκληρη τη χώρα.
Η βασική τους όμως ευθύνη, που συνιστά πρόβλημα άλλης τάξης μεγέθους, είναι ότι διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στη διαχείριση της αστικής εξουσίας και κυρίως στη μόνιμη εξαπάτηση του λαού ότι το αστικό κράτος ενδιαφέρεται, ή δυνητικά ενδιαφέρεται, για τα λαϊκά στρώματα.
Γι’ αυτό και είναι κάλπικες και προκλητικές οι μεταξύ τους αλληλοκατηγορίες. Πριν λίγες μέρες εμφανίστηκε ο Αλ. Τσίπρας στην Εύβοια να εγκαλεί την κυβέρνηση για την αργοπορία της στην αποκατάσταση των πληγέντων.
Ξέχασε ότι οι πυρόπληκτοι στο Μάτι το 2013, οι πλημμυροπαθείς στη Δυτική Αθήνα το 2017 και οι πλημμυροπαθείς της Β. Εύβοιας του 2018 ακόμα περιμένουν να αποζημιωθούν.
Ξέχασε τους κόφτες της δημοσιονομικής πειθαρχίας, τις περικοπές στις κρατικές δαπάνες κοινωνικής πολιτικής που υπέγραψε με το 3ο μνημόνιο και τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις.
Η αλήθεια είναι ότι το σημερινό, αστικό κράτος, που με τόσο μεγάλη αποτελεσματικότητα και ικανότητα διαλύει απεργίες, χρηματοδοτεί τους ομίλους με δισεκατομμύρια ευρώ, φορολογεί το λαό, αφήνοντας στο απυρόβλητο τα κέρδη εφοπλιστών και βιομηχάνων, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις στα εργατικά - λαϊκά στρώματα συνηθισμένων, προβλέψιμων και αναμενόμενων φαινομένων.
Όπως, έντονες φθινοπωρινές βροχοπτώσεις, καλοκαιρινές πυρκαγιές, ή σεισμούς στην πιο σεισμογενή χώρα της Ευρώπης. Και δεν μπορεί να το κάνει γιατί ο ρόλος και η αποστολή του είναι τελείως διαφορετικές.
Οι συνεχείς καταστροφές από πλημμύρες και φωτιές υπογραμμίζουν και αυτές την ανάγκη μιας ριζικής αλλαγής πορείας ως απαραίτητης προϋπόθεσης προκειμένου να τεθούν οι όροι για μια ουσιαστική προστασία του λαού από καταστροφές.
Η διασφάλιση ολοκληρωμένης πολιτικής προστασίας, αντιπλημμυρικής προστασίας, αντισεισμικής θωράκισης, προστασίας και καταπολέμησης των δασικών πυρκαγιών, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση των απαραίτητων αντιπλημμυρικών έργων, έργων αντισεισμικής θωράκισης, έργων πυροπροστασίας και ολοκληρωμένης διαχείρισης δασών και δασικών συστημάτων για τη συνδυασμένη κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και την ουσιαστική αντιμετώπιση των καταστροφών, προϋποθέτουν τον ριζικά διαφορετικό δρόμο της εργατικής λαϊκής εξουσίας.
Μόνο σε αυτές τις συνθήκες, κοινωνικής κρατικής ιδιοκτησίας του συνόλου των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και της γης, επιστημονικού κεντρικού σχεδιασμού της παραγωγικής διαδικασίας και της ανάπτυξης της παραγωγής, στόχος της παραγωγής γίνεται η διευρυμένη λαϊκή ευημερία και η κάλυψη των συνδυασμένων αναγκών.
Σε αυτές τις συνθήκες, το εργατικό κράτος θα υλοποιήσει μια πολιτική διασφάλισης της προστασίας από τα φυσικά φαινόμενα και από ανθρωπογενείς καταστροφές, αφού η διασφάλιση της ζωής και της υγείας του λαού θα είναι πρώτη προτεραιότητα.
Παράλληλα, ο επιστημονικός κεντρικός σχεδιασμός επιτρέπει την εξέταση των αλληλεπιδράσεων των παραγωγικών διαδικασιών και καταργεί τους ανταγωνισμούς, ενώ η κοινωνική ιδιοκτησία της γης και των μέσων παραγωγής αναιρεί τις πιέσεις για αλλαγές στις χρήσεις γης.
Αυτές οι συνθήκες επιτρέπουν την κατάργηση της εμπορευματοποίησης της γης, του νερού, των φυσικών πόρων και τη διαμόρφωση πολιτικών ουσιαστικής προστασίας απ’ τα φυσικά φαινόμενα και τις καταστροφές που σήμερα κυριολεκτικά διαλύουν τη ζωή των λαϊκών οικογενειών.
Τα τεχνολογικά ατυχήματα προλαμβάνονται, αφού σε όλα τα επίπεδα οργάνωσης της παραγωγής το κίνητρο του κέρδους εκλείπει. Δάση και υδρολογικές λεκάνες διαχειρίζονται ολοκληρωμένα, ενώ σχεδιάζονται, στο βαθμό που χρειάζονται κατάλληλες τεχνικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση φυσικών φαινομένων.
Η κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στην κατοικία και η κατασκευή σπιτιών και υποδομών με όρους κοινωνικής ιδιοκτησίας, επιτρέπει την ουσιαστική αντισεισμική προστασία που σήμερα προσκρούει στις νομοτέλειες του ίδιου του καπιταλισμού.
Παράλληλα, με τη διαμόρφωση όρων εγγενούς περιορισμού των επιπτώσεων από φυσικά φαινόμενα και καταστροφές που σχετίζονται με την κοινωνική δραστηριότητα, αναβαθμίζονται ουσιαστικά και τα μέτρα πρόληψης, που δεν θεωρούνται πλέον κόστος, αλλά πλευρά της κάλυψης των διευρυμένων λαϊκών αναγκών.
Η διαχείριση έκτακτων καταστάσεων επίσης λαμβάνει άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Οι αποφάσεις λαμβάνονται στο κατάλληλο επίπεδο συνυπολογίζοντας ορθολογικά το σύνολο των επιπτώσεων.
Η κατάργηση του κέρδους ως στόχου της παραγωγής επιτρέπει να σταματά η παραγωγική δραστηριότητα όταν απαιτείται για τη διασφάλιση της υγείας και της προστασίας του λαού, ενώ ο πληθυσμός και ιδίως η εργατική τάξη εκπαιδεύεται οργανικά, στα πλαίσια της ίδιας της οργάνωσης της κοινωνίας και της εργατικής εξουσίας στη διαχείριση και αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων.
Για να ανοίξει αυτός ο ελπιδοφόρος δρόμος, το ΚΚΕ καλεί την εργατική τάξη να συμπορευτεί αγωνιστικά μαζί του. Το ΚΚΕ μπαίνει μπροστά και διαθέτει όλες του τις δυνάμεις, για να οργανώσει ο λαός την αντεπίθεση του. Οι δυνάμεις του ΚΚΕ βρέθηκαν στη πρώτη γραμμή του αγώνα των κατοίκων να σώσουν τα χωριά και τα δάση, φέτος το καλοκαίρι όταν το κράτος τα αφήσει στη τύχη τους.
Βρισκόμαστε και σήμερα στην πρώτη γραμμή, στηρίζουμε και συμμετέχουμε στους αγώνες των πυρόπληκτων της Εύβοιας, της Ηλείας, όλης της χώρας, στους αγώνες των πυροσβεστών, στους αγώνες των εργαζόμενων σε ολόκληρη τη χώρα που ματώνουν απ’ τα καιρικά φαινόμενα.
Διεκδικούμε:
- Να διασφαλιστεί η άμεση και ουσιαστική στήριξη και αποκατάσταση των πληγέντων από φυσικές καταστροφές, με πλήρεις αποζημιώσεις στο 100% των απωλειών τους.
- Να εκπονηθεί ολοκληρωμένος, ουσιαστικός, επιστημονικός σχεδιασμός συνδυαστικής αποτίμησης για το σύνολο των κινδύνων, φυσικών και τεχνολογικών, με ευθύνη και χρηματοδότηση του κράτους.
- Να ληφθούν τα αναγκαία άμεσα μέτρα πρόληψης εκδήλωσης καταστροφών και ελαχιστοποίησης των επιπτώσεών τους, όπως:
Ολοκληρωμένος σχεδιασμός των απαραίτητων έργων υποδομής, αντιπλημμυρικής προστασίας, ολοκληρωμένης διαχείρισης των δασών, μέτρα προσεισμικού ελέγχου και προστασίας για τα δημόσια κτήρια και τους χώρους συγκέντρωσης πολλών ανθρώπων (σχολεία, νοσοκομεία, χώροι συνάθροισης κοινού κ.ά.), ουσιαστικός και συνεχής έλεγχος της στατικής επάρκειας και ασφάλειας σε περίπτωση σεισμού όλων των κτηρίων, αποτίμηση κινδύνου, συνεχείς έλεγχοι και λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων ελαχιστοποίησης του κινδύνου στις τεχνολογικές εγκαταστάσεις.
Να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα προς την κατεύθυνση κάλυψης των συνδυασμένων λαϊκών αναγκών για ασφαλή, ποιοτική, φτηνή κατοικία που θα καλύπτει το σύνολο των σύγχρονων προδιαγραφών.
Να εκπονηθεί ολοκληρωμένος σχεδιασμός αντιμετώπισης τεχνολογικών και φυσικών καταστροφών, εκπαίδευση και ενημέρωση του πληθυσμού, κρατική χρηματοδότηση για ανάπτυξη της έρευνας σε αυτήν την κατεύθυνση.
Η οργάνωση της πολιτικής προστασίας, της αντιμετώπισης φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών σε επίπεδο δομής, υποδομών, εξοπλισμού, σχεδιασμού και αντιμετώπισης να είναι αποκλειστική μέριμνα και ευθύνη του κράτους, με καθορισμένους ρόλους για όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες και κρατικά όργανα.
Να χρηματοδοτηθούν από τον κρατικό προϋπολογισμό και να ενισχυθούν μαζικά με μόνιμο προσωπικό και με όλο τον απαιτούμενο εξοπλισμό όλες οι κρατικές δομές πρόληψης, διαχείρισης και πολιτικής προστασίας, Υγείας, εκτίμησης και πρόγνωσης των φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών, με μόνιμο προσωπικό και εξοπλισμό. Να χρηματοδοτηθεί το σύνολο των αναγκαίων τεχνικών μέσων για την αντιμετώπιση των φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών.
Να ενισχυθούν ουσιαστικά οι κρατικοί μηχανισμοί αδειοδότησης ελέγχου και εποπτείας των εγκαταστάσεων και να καταργηθεί το ισχύον πλαίσιο περιβαλλοντικής αδειοδότησης που διευκολύνει την τοποθέτηση και τη χωροθέτηση των εγκαταστάσεων χωρίς ολοκληρωμένη, επιστημονική εκτίμηση του συνόλου των επιπτώσεων από μια εγκατάσταση.
Να καταργηθούν το πλαίσιο χρήσεων γης, η αντιδραστική δασική νομοθεσία που ψήφισαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ και διασφαλίζει τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου που υποτάσσει το περιβάλλον στο κέρδος και καθιστά αδύνατη την ουσιαστική πολιτική προστασία.
Να προχωρήσει άμεσα η τακτική ενημέρωση και εκπαίδευση του λαού, για το σύνολο των φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών, η διαμόρφωση κατάλληλα εκπαιδευμένου προσωπικού έκτακτης ανάγκης. Επιβολή μέτρων διακοπής όλων των μη αναγκαίων εργασιών άμεσα και όπου εκδηλώνονται έντονα καιρικά φαινόμενα, χωρίς καμία επιβάρυνση των εργαζόμενων.
Οι δυνάμεις του ΚΚΕ μπαίνουμε μπροστά για να προβάλει μαχητικά και αγωνιστικά ο λαός το δικό του σχέδιο, απέναντι στη στρατηγική του κεφαλαίου. Να αναμετρηθεί με την κυρίαρχη πολιτική που θεωρεί τις ανάγκες του ως κόστος και μετατρέπει σε επενδυτικές ευκαιρίες για το κεφάλαιο τις κατεστραμμένες περιοχές.
Και στα θέματα της πολιτικής προστασίας, αναδεικνύεται ότι μόνο ο λαός μπορεί να σώσει το λαό, βαδίζοντας στο δρόμο της σύγκρουσης με το κράτος της δικτατορίας του κεφαλαίου και όσους το υπηρετούν.